Η Διοτίμα (δηλ. αυτή που τιμά τον Δία) φέρεται ότι έζησε στο β' μισό του 5ου αι. π.Χ. και συγκαταλέγεται μαζί με τους Πυθαγόρα, Σωκράτη, Ιπποκράτη και Πλάτωνα, στους μεγάλους κλασσικούς δασκάλους του αρχαίου ελληνικού κόσμου.
Φέρεται σαν ιέρεια στην Αρχαία Μαντινεία, φιλόσοφος, Πυθαγόρεια και μάλιστα γνώστρια της πυθαγόρειας αριθμοσοφίας. Η κύρια αναφορά και η φιλοσοφική φυσιογνωμία της Διοτίμας βρίσκεται στο λόγο του Σωκράτη στο "Συμπόσιο" (ή "περί Έρωτος") του Πλάτωνα, όπου εμφανίζεται σαν πολύ σημαντικό πρόσωπο. Στο ίδιο έργο ο Σωκράτης αναφέρεται σ'αυτήν ως δασκάλα του λέγοντας ότι ήταν ιέρεια στην Μαντίνεια και ότι τελούσε τον καθαρμό των Αθηναίων μετά το λοιμό του 429 π. Χ. Ο Σωκράτης δηλώνει ότι οφείλει σ' αυτήν ακριβώς τις απόψεις του για τον έρωτα, ως πόθο και κίνητρο για το ωραίο και αληθινό. Σύμφωνα με μιαν άποψη, πρόκειται για πρόσωπο επινοημένο από το Πλάτωνα, ο οποίος παρουσιάζει το Σωκράτη να μεταφέρει απλώς στους συνομιλητές του όσα η Διοτίμα του αποκάλυψε για την ουσία του Αληθινού Έρωτα, για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι εδώ ο σωκρατικός λόγος παίρνει τη μορφή θετικής διδασκαλίας και όχι, όπως συνήθως, μαιευτικής αναζήτησης. Ο Πρόκλος θεωρούσε τη Διοτίμα Πυθαγόρεια. Αλλά και ο Ξενοφών την μνημονεύει, αναφέροντας ότι ήταν καλή γνώστρια των μαθηματικών και μάλιστα και των πλέον δυσκολονόητων γεωμετρικών θεωρημάτων. Από τις υπάρχουσες πηγές είναι πολύ πιθανόν ανάμεσα στα πλούσια ιερά της αρχαίας Μαντινείας να υπήρχε μαντείο φημισμένο για την εποχή εκείνη, όπου ιέρεια ήταν η Διοτίμα. Ωστόσο δεν έχει εξακριβωθεί απόλυτα αν πρόκειται για ιστορικό πρόσωπο ή για ηρωϊδα της πλατωνικής φαντασίας.
Ο Έρως για τη Διοτίμα δεν είναι θεός, αλλά «κάτι μεταξύ θνητού και αθάνατου». Γιος της Πενίας και του Πόρου, «είναι κάθε άλλο παρά απαλός και όμορφος» και είναι αιώνια φτωχός επειδή έχει τη φύση της μητέρας του. «Όμως, σύμφωνα πάλι με τη φύση του πατέρα του, δολερά ρίχνει τα δίχτυα του στα ωραία και στ’αγαθά κι είναι γενναίος και ριψοκίνδυνος κι ορμητικός και φοβερός κυνηγός κι όλο καινούργια τεχνάσματα σκαρώνει, επιθυμητής μα και προμηθευτής της φρόνησης, φιλοσοφώντας σ’ όλη του τη ζωή», όπως κάνουν εκείνοι που βρίσκονται στα μισά του δρόμου ανάμεσα στη γνώση και την αμάθεια. «Ο Έρωτας είναι έρωτας προς το ωραίο» και αγωνίζεται να το κατακτήσει. Όμως η κατοχή του ωραίου δεν αποτελεί παρά ένα μέσο που αποβλέπει σε κάποιο σκοπό, όπως η κατοχή του αγαθού είναι ένα μέσο για την απόκτηση της ευτυχίας. Αναφορικά με τι λοιπόν, το ωραίο αποτελεί αντικείμενο του έρωτα; «Το αντικείμενο του έρωτα, λέει -η Διοτίμα-, είναι η κυοφορία και ο τοκετός μέσα στην ομορφιά, σωματική και ψυχική»: ο έρωτας-εραστής είναι βασικά δημιουργός τόσο στο πνευματικό όσο και στο φυσικό επίπεδο.
Σε ένα μεγάλο μέρος ο λόγος του είναι η αφήγηση του διαλόγου περί Έρωτος που είχε με αυτήν. Ουσιαστικά πρόκειται για το λόγο και τη διδασκαλία της Διοτίμας. Το διάλογο αυτό ο Σωκράτης μεταφέρει στους φίλους του, διδάσκοντας ό,τι ο ίδιος είχε προηγουμένως μάθει για τον Έρωτα από αυτήν, η οποία "σε αυτό το θέμα ήταν πολύ σοφή". Στη συνέχεια ο Σωκράτης μεταφέρει στους μαθητές του το διάλογό του με τη Διοτίμα η οποία μιλά για την ουσία και σημασία του έρωτα, όπως και για τη θέση της γυναίκας, όπου μεταξύ άλλων δηλώνει ότι ο έρως είναι "ο τόκος εν τω καλώ" «-Καλά, Σωκράτη, δεν γνωρίζεις, είπε γελάσασα η σοφή Διοτίμα, ότι ο Έρως είναι παιδί του Πόρου και της Πενίας!
- Μα γι΄αυτό ακριβώς ήρθα μέχρι τη μακρινή Μαντίνεια, Διοτίμα, γιατί έχω ανάγκη από δασκάλους
Την ώρα λοιπόν που γεννήθηκε η Αφροδίτη είχανε τραπέζι οι Θεοί και οι άλλοι και ο γιος της Μήτιδος, ο Πόρος. Όταν πια αποδείπνησαν, καθώς δα ἠτανε συμπόσιο, ήλθε για να επαιτήσει η Πενία και έστεκε στις θύρες. Ο Πόρος τότε μεθυσμένος από το νέκταρ, γιατί κρασί δεν ύπαρχε ακόμα, μπήκε στον κήπο του Διός βαρύς-βαρύς και αποκοιμήθηκε. Η Πενία λοιπόν έχοντας στο νου της, εξαιτίας που ήταν άπορη, να κάμει παιδί με τον Πόρο, ξαπλώνεται κοντά του και συνέλαβε τον Έρωτα. Για τούτο δα έγινε και της Αφροδίτης συνοδός και δούλος, γιατί γεννήθηκε στα γενέθλια εκείνης και ακόμα γιατί από φυσικού του είναι εραστής της ομορφιάς και η Αφροδίτη είναι δα όμορφη. Επειδή λοιπόν είναι του Πόρου και της Πενίας γιος ο Έρως βρίσκεται σ΄αυτήν εδώ την κατάσταση. Φέρεται σαν ιέρεια στην Αρχαία Μαντινεία, φιλόσοφος, Πυθαγόρεια και μάλιστα γνώστρια της πυθαγόρειας αριθμοσοφίας. Η κύρια αναφορά και η φιλοσοφική φυσιογνωμία της Διοτίμας βρίσκεται στο λόγο του Σωκράτη στο "Συμπόσιο" (ή "περί Έρωτος") του Πλάτωνα, όπου εμφανίζεται σαν πολύ σημαντικό πρόσωπο. Στο ίδιο έργο ο Σωκράτης αναφέρεται σ'αυτήν ως δασκάλα του λέγοντας ότι ήταν ιέρεια στην Μαντίνεια και ότι τελούσε τον καθαρμό των Αθηναίων μετά το λοιμό του 429 π. Χ. Ο Σωκράτης δηλώνει ότι οφείλει σ' αυτήν ακριβώς τις απόψεις του για τον έρωτα, ως πόθο και κίνητρο για το ωραίο και αληθινό. Σύμφωνα με μιαν άποψη, πρόκειται για πρόσωπο επινοημένο από το Πλάτωνα, ο οποίος παρουσιάζει το Σωκράτη να μεταφέρει απλώς στους συνομιλητές του όσα η Διοτίμα του αποκάλυψε για την ουσία του Αληθινού Έρωτα, για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι εδώ ο σωκρατικός λόγος παίρνει τη μορφή θετικής διδασκαλίας και όχι, όπως συνήθως, μαιευτικής αναζήτησης. Ο Πρόκλος θεωρούσε τη Διοτίμα Πυθαγόρεια. Αλλά και ο Ξενοφών την μνημονεύει, αναφέροντας ότι ήταν καλή γνώστρια των μαθηματικών και μάλιστα και των πλέον δυσκολονόητων γεωμετρικών θεωρημάτων. Από τις υπάρχουσες πηγές είναι πολύ πιθανόν ανάμεσα στα πλούσια ιερά της αρχαίας Μαντινείας να υπήρχε μαντείο φημισμένο για την εποχή εκείνη, όπου ιέρεια ήταν η Διοτίμα. Ωστόσο δεν έχει εξακριβωθεί απόλυτα αν πρόκειται για ιστορικό πρόσωπο ή για ηρωϊδα της πλατωνικής φαντασίας.
Ο Έρως για τη Διοτίμα δεν είναι θεός, αλλά «κάτι μεταξύ θνητού και αθάνατου». Γιος της Πενίας και του Πόρου, «είναι κάθε άλλο παρά απαλός και όμορφος» και είναι αιώνια φτωχός επειδή έχει τη φύση της μητέρας του. «Όμως, σύμφωνα πάλι με τη φύση του πατέρα του, δολερά ρίχνει τα δίχτυα του στα ωραία και στ’αγαθά κι είναι γενναίος και ριψοκίνδυνος κι ορμητικός και φοβερός κυνηγός κι όλο καινούργια τεχνάσματα σκαρώνει, επιθυμητής μα και προμηθευτής της φρόνησης, φιλοσοφώντας σ’ όλη του τη ζωή», όπως κάνουν εκείνοι που βρίσκονται στα μισά του δρόμου ανάμεσα στη γνώση και την αμάθεια. «Ο Έρωτας είναι έρωτας προς το ωραίο» και αγωνίζεται να το κατακτήσει. Όμως η κατοχή του ωραίου δεν αποτελεί παρά ένα μέσο που αποβλέπει σε κάποιο σκοπό, όπως η κατοχή του αγαθού είναι ένα μέσο για την απόκτηση της ευτυχίας. Αναφορικά με τι λοιπόν, το ωραίο αποτελεί αντικείμενο του έρωτα; «Το αντικείμενο του έρωτα, λέει -η Διοτίμα-, είναι η κυοφορία και ο τοκετός μέσα στην ομορφιά, σωματική και ψυχική»: ο έρωτας-εραστής είναι βασικά δημιουργός τόσο στο πνευματικό όσο και στο φυσικό επίπεδο.
Σε ένα μεγάλο μέρος ο λόγος του είναι η αφήγηση του διαλόγου περί Έρωτος που είχε με αυτήν. Ουσιαστικά πρόκειται για το λόγο και τη διδασκαλία της Διοτίμας. Το διάλογο αυτό ο Σωκράτης μεταφέρει στους φίλους του, διδάσκοντας ό,τι ο ίδιος είχε προηγουμένως μάθει για τον Έρωτα από αυτήν, η οποία "σε αυτό το θέμα ήταν πολύ σοφή". Στη συνέχεια ο Σωκράτης μεταφέρει στους μαθητές του το διάλογό του με τη Διοτίμα η οποία μιλά για την ουσία και σημασία του έρωτα, όπως και για τη θέση της γυναίκας, όπου μεταξύ άλλων δηλώνει ότι ο έρως είναι "ο τόκος εν τω καλώ" «-Καλά, Σωκράτη, δεν γνωρίζεις, είπε γελάσασα η σοφή Διοτίμα, ότι ο Έρως είναι παιδί του Πόρου και της Πενίας!
- Μα γι΄αυτό ακριβώς ήρθα μέχρι τη μακρινή Μαντίνεια, Διοτίμα, γιατί έχω ανάγκη από δασκάλους
Και πρώτα -πρώτα είναι πάντα φτωχός και κάθε άλλο παρά απαλός και τρυφερός, όπως νομίζουν οι πολλοί, αλλά σκληρός και ακατάστατος και ανυπόδητος και άστεγος, πλαγιάζει πάντα χάμω και χωρίς στρώμα, κοιμάται στο ύπαιθρο, στις θύρες και στους δρόμους, έχοντας της μητέρας του τη φύση, πάντα με τη φτώχεια σύντροφος. Και κατά τον πατέρα του πάλιν είναι επίβουλος στους όμορφους και στους καλούς, όντας ανδρείος και φιλοκίνδυνος και σφριγηλός, δεινός κυνηγός, πάντα πλέκοντας κάποια σχέδια κι επιθυμητής της φρόνησης και είναι άξιος και να εύρει φιλοσοφώντας σ΄ όλη του τη ζωή, δυνατός γοητευτής και φαρμακευτής και σοφιστής. Και ούτε σαν αθάνατος είναι από τη φύση του ούτε σαν θνητός, αλλά μέσα στην ίδια ημέρα πότε ανθίζει και ζη, όταν εύρει αφθονία, πότε πάλιν πεθαίνει και πάλιν ξαναγεννιέται, γιατί το έχει από τη φύση τού πατέρα του. Και ό,τι κερδίζει πάντα το χάνει έτσι που μήτε άπορος είναι ποτέ ο Έρως μήτε πλούσιος. Και πάλιν είναι ανάμεσα στη σοφία και στην αμάθεια».
Θαυμάσιο ιστολόγιο.Παρακαλω να λαμβάνω ειδοποιήσεις.
ΑπάντησηΔιαγραφή