Δαψιλής, -ής, -ές είναι ο άφθονος, ο πλουσιοπάροχος. Συνώνυμα πολύς, πλούσιος, ενώ αντίθετα ισχνός, πενιχρός. Ετυμολογία από την αρχαία < θέμα δαψ-, από τον αόριστο έ-δαψ-α του ρήματος δάπτω « καταβροχθίζω, κατατρώγω», που έχει παράγωγο και τη λέξη δαπάνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου