Ο Αλκίφρων ήταν αρχαίος Έλληνας επιστολογράφος, που έζησε στο τέλη του 2ου και στις αρχές πιθανώς τον 3ο αιώνα μ.Χ.. Συνέγραψε επιστολές σε τέσσερα βιβλία (Αλιευτικαί, Αγροικικαί, Παρασίτων, Εταιρικαί). Οι πρώτες δυο κατηγορίες αφορούν τη ζωή της υπαίθρου, ενώ οι άλλες δυο αναφέρονται στη ζωή άστεως και κινούνται μέσα στο χώρο των διασκεδάσεων και του αγοραίου έρωτα....
Από το σύνολο των επιστολών του έχουν διασωθεί ως τις μέρες μας 124. Όλες οι επιστολές του είναι φανταστικές και θεωρούνται υποδείγματα ύφους στη γραφή. Οι επιστολές αυτές διακρίνονται για τη λεπτότητα αισθημάτων και γλώσσας, τρυφερότητα, ζωντάνια εικόνων και πρωτοτυπία. Ειδικότερα οι αμοιβαίες επιστολές Μενάνδρου και Γλυκέρας (ο Μένανδρος είναι ο γνωστός κωμωδιογράφος, ενώ η Γλυκέρα μια άγνωστη κοπέλα) εμπεριέχουν πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία για τη ζωή και το ποιητικό έργο του Μενάνδρου.
Η Γλυκέρα, η οποία είχε για μακρό διάστημα -με αφορμή τις αναφορές του Αθήναιου και του Ρωμαίου ποιητή Μαρτιάλη- θεωρηθεί ένα κεφάλαιο του βίου του ποιητή, δεν υπήρξε ιστορικό πρόσωπο. Η επινόηση μιας πραγματικής Γλυκέρας ήταν το φυσικό επακόλουθο του γεγονότος ότι ο Μένανδρος είχε γράψει κωμωδία με τίτλο Γλυκέρα και είχε επίσης χρησιμοποιήσει το όνομα στην Περικειρομένη.
Παρακάτω θα διαβάσουμε ένα απόσπασμα από το γράμμα.
"Το γράμμα του βασιλιά που μου ᾽στειλες το διάβασα, Μένανδρε, αμέσως, και μα τη θεά μας Καλλιγένεια, που στο ναό της τώρα βρίσκομαι, το καταχάρηκε η ψυχή μου· κυριολεκτικά, δεν μπορούσα να συγκρατηθώ από τη χαρά μου, τόσο που το πρόσεξαν όλες οι γυναίκες που ήταν γύρω μου: η μάνα μου, η αδερφή μου η Ευφρόνιον και η φίλη μου που ξέρεις -αυτή που δείπνησε τόσες φορές στο σπίτι σου και που επαινούσες τον ωραίο της λόγο («σαν να ᾽χε γεννηθεί στην Αθήνα»), λες και φοβόσουν να επαινέσεις την ίδια-τότε που χαμογέλασα και σου ᾽δωσα ένα εξαιρετικά θερμό φιλί - δεν το θυμάσαι, Μένανδρε;
Όταν λοιπόν είδαν το πρόσωπό μου και τα μάτια μου να δείχνουν ασυνήθιστη χαρά, με ρώτησαν:
«Τι μεγάλο καλό σου συνέβη, καλή μας Γλυκέρα, και σε βλέπουμε τώρα τόσο αλλαγμένη στην ψυχή, στο σώμα, στα πάντα; Εσύ λάμπεις ολόκληρη, κι αυτή σου η λάμψη δείχνει πως σου συνέβη κάτι πολύ ευχάριστο, πως μια ευχή σου εισακούστηκε».
«Ο Πτολεμαίος», τους είπα, «τον Μένανδρό μου, ο Πτολεμαίος, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, τον κάλεσε δίνοντάς του-πώς να το πω;- το μισό του βασίλειο» -όλα αυτά, βέβαια, τα είπα με ξεχωριστή έμφαση και με ανεβασμένο τον τόνο της φωνής μου, ώστε να τ᾽ ακούσουν όλες οι γυναίκες που ήταν εκεί, και, φυσικά, κουνώντας και επιδεικνύοντας με καμάρι το γράμμα με τη βασιλική σφραγίδα.
«Και συ χαίρεσαι που εκείνος φεύγει κι εσένα σε αφήνει εδώ;», με ρώτησαν.
Αυτό, φυσικά, δεν μπορούσε, Μένανδρε, να είναι αλήθεια. Εγώ, μα τις θεές, και βόδι, που λέει η παροιμία, να μου το ᾽λεγε, δεν θα μπορούσα να πιστέψω πως ο Μένανδρός μου θα ήθελε ή θα μπορούσε ποτέ ν᾽ αφήσει στην Αθήνα τη Γλυκέρα του και να κάνει, μόνος του, δίχως εμένα δίπλα του, τον βασιλιά στην Αίγυπτο, την Αίγυπτο με όλα της τα πλούτη και όλα της τα αγαθά. Απεναντίας, από το γράμμα που διάβασα ήταν φανερό πως ο βασιλιάς ήταν καλά πληροφορημένος για τη σχέση μου μαζί σου και ήθελε καλοσυνάτα να σε πειράξει με υπαινιγμούς, χρησιμοποιώντας, στην αιγυπτιακή του παραλλαγή, το αττικό ύφος και πνεύμα.
Προσωπικά είμαι πολύ ευχαριστημένη που η ιστορία του έρωτά μας ταξίδεψε ως την Αίγυπτο κι ως τον βασιλιά· κι εξάπαντος, απ᾽ ό,τι άκουσε, ο βασιλιάς θα ᾽χει πεισθεί πως κυνηγάει το αδύνατο όταν θέλει να ταξιδέψει η Αθήνα σ᾽ αυτόν.
Τι είναι, πράγματι, η Αθήνα δίχως τον Μένανδρο;
Και τι είναι ο Μένανδρος δίχως τη Γλυκέρα;
Εγώ του ετοιμάζω τις μάσκες, εγώ του ντύνω τους ηθοποιούς, και είμαι πάντα στα παρασκήνια, κρατώντας σφιγμένα τα δάχτυλά μου και τρέμοντας από την αγωνία, ώσπου το κοινό να ξεσπάσει σε χειροκροτήματα· τότε πια ανασαίνω ανακουφισμένη, μα την Άρτεμη, και σε παίρνω σφιχτά στην αγκαλιά μου, εσένα, τον μεγάλο δημιουργό των περίφημων θεατρικών έργων.
Αυτό όμως, Μένανδρε, που είπα τότε στις φίλες μου πως μ᾽ έκανε ευτυχισμένη ήταν ότι δεν είναι μόνο η Γλυκέρα που σ᾽ αγαπάει, αλλά και βασιλιάδες μακρινοί, πέρ᾽ απ᾽ τη θάλασσα, κι ότι η φήμη σου, περνώντας τις θάλασσες, έκανε παντού γνωστά τα χαρίσματά σου.
Η Αίγυπτος, ο Νείλος, το ακρωτήριο του Πρωτέα και το παρατηρητήριο στο νησί Φάρος, όλα είναι ξεσηκωμένα, θέλοντας να δουν τον Μένανδρο και να ακούσουν τους φιλάργυρους, τους ερωτευμένους, τους δεισιδαίμονες, τους άπιστους, τους πατεράδες, τους γιους, τους δούλους και γενικά όλα τα πρόσωπα που εκείνος ανεβάζει στη σκηνή.
Όλους αυτούς θα τους ακούσουν, τον Μένανδρο όμως δεν θα τον δουν εκτός κι αν έρθουν στην Αθήνα, στο σπίτι της Γλυκέρας, και δουν την ευτυχία μου -ο Μένανδρος βρίσκεται με τη δόξα του παντού, νύχτα και μέρα όμως αγκαλιάζει εμένα. "
Μετάφραση Δ. Λυπουρλής
Από το σύνολο των επιστολών του έχουν διασωθεί ως τις μέρες μας 124. Όλες οι επιστολές του είναι φανταστικές και θεωρούνται υποδείγματα ύφους στη γραφή. Οι επιστολές αυτές διακρίνονται για τη λεπτότητα αισθημάτων και γλώσσας, τρυφερότητα, ζωντάνια εικόνων και πρωτοτυπία. Ειδικότερα οι αμοιβαίες επιστολές Μενάνδρου και Γλυκέρας (ο Μένανδρος είναι ο γνωστός κωμωδιογράφος, ενώ η Γλυκέρα μια άγνωστη κοπέλα) εμπεριέχουν πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία για τη ζωή και το ποιητικό έργο του Μενάνδρου.
Η Γλυκέρα, η οποία είχε για μακρό διάστημα -με αφορμή τις αναφορές του Αθήναιου και του Ρωμαίου ποιητή Μαρτιάλη- θεωρηθεί ένα κεφάλαιο του βίου του ποιητή, δεν υπήρξε ιστορικό πρόσωπο. Η επινόηση μιας πραγματικής Γλυκέρας ήταν το φυσικό επακόλουθο του γεγονότος ότι ο Μένανδρος είχε γράψει κωμωδία με τίτλο Γλυκέρα και είχε επίσης χρησιμοποιήσει το όνομα στην Περικειρομένη.
Παρακάτω θα διαβάσουμε ένα απόσπασμα από το γράμμα.
"Το γράμμα του βασιλιά που μου ᾽στειλες το διάβασα, Μένανδρε, αμέσως, και μα τη θεά μας Καλλιγένεια, που στο ναό της τώρα βρίσκομαι, το καταχάρηκε η ψυχή μου· κυριολεκτικά, δεν μπορούσα να συγκρατηθώ από τη χαρά μου, τόσο που το πρόσεξαν όλες οι γυναίκες που ήταν γύρω μου: η μάνα μου, η αδερφή μου η Ευφρόνιον και η φίλη μου που ξέρεις -αυτή που δείπνησε τόσες φορές στο σπίτι σου και που επαινούσες τον ωραίο της λόγο («σαν να ᾽χε γεννηθεί στην Αθήνα»), λες και φοβόσουν να επαινέσεις την ίδια-τότε που χαμογέλασα και σου ᾽δωσα ένα εξαιρετικά θερμό φιλί - δεν το θυμάσαι, Μένανδρε;
Όταν λοιπόν είδαν το πρόσωπό μου και τα μάτια μου να δείχνουν ασυνήθιστη χαρά, με ρώτησαν:
«Τι μεγάλο καλό σου συνέβη, καλή μας Γλυκέρα, και σε βλέπουμε τώρα τόσο αλλαγμένη στην ψυχή, στο σώμα, στα πάντα; Εσύ λάμπεις ολόκληρη, κι αυτή σου η λάμψη δείχνει πως σου συνέβη κάτι πολύ ευχάριστο, πως μια ευχή σου εισακούστηκε».
«Ο Πτολεμαίος», τους είπα, «τον Μένανδρό μου, ο Πτολεμαίος, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, τον κάλεσε δίνοντάς του-πώς να το πω;- το μισό του βασίλειο» -όλα αυτά, βέβαια, τα είπα με ξεχωριστή έμφαση και με ανεβασμένο τον τόνο της φωνής μου, ώστε να τ᾽ ακούσουν όλες οι γυναίκες που ήταν εκεί, και, φυσικά, κουνώντας και επιδεικνύοντας με καμάρι το γράμμα με τη βασιλική σφραγίδα.
«Και συ χαίρεσαι που εκείνος φεύγει κι εσένα σε αφήνει εδώ;», με ρώτησαν.
Αυτό, φυσικά, δεν μπορούσε, Μένανδρε, να είναι αλήθεια. Εγώ, μα τις θεές, και βόδι, που λέει η παροιμία, να μου το ᾽λεγε, δεν θα μπορούσα να πιστέψω πως ο Μένανδρός μου θα ήθελε ή θα μπορούσε ποτέ ν᾽ αφήσει στην Αθήνα τη Γλυκέρα του και να κάνει, μόνος του, δίχως εμένα δίπλα του, τον βασιλιά στην Αίγυπτο, την Αίγυπτο με όλα της τα πλούτη και όλα της τα αγαθά. Απεναντίας, από το γράμμα που διάβασα ήταν φανερό πως ο βασιλιάς ήταν καλά πληροφορημένος για τη σχέση μου μαζί σου και ήθελε καλοσυνάτα να σε πειράξει με υπαινιγμούς, χρησιμοποιώντας, στην αιγυπτιακή του παραλλαγή, το αττικό ύφος και πνεύμα.
Προσωπικά είμαι πολύ ευχαριστημένη που η ιστορία του έρωτά μας ταξίδεψε ως την Αίγυπτο κι ως τον βασιλιά· κι εξάπαντος, απ᾽ ό,τι άκουσε, ο βασιλιάς θα ᾽χει πεισθεί πως κυνηγάει το αδύνατο όταν θέλει να ταξιδέψει η Αθήνα σ᾽ αυτόν.
Τι είναι, πράγματι, η Αθήνα δίχως τον Μένανδρο;
Και τι είναι ο Μένανδρος δίχως τη Γλυκέρα;
Εγώ του ετοιμάζω τις μάσκες, εγώ του ντύνω τους ηθοποιούς, και είμαι πάντα στα παρασκήνια, κρατώντας σφιγμένα τα δάχτυλά μου και τρέμοντας από την αγωνία, ώσπου το κοινό να ξεσπάσει σε χειροκροτήματα· τότε πια ανασαίνω ανακουφισμένη, μα την Άρτεμη, και σε παίρνω σφιχτά στην αγκαλιά μου, εσένα, τον μεγάλο δημιουργό των περίφημων θεατρικών έργων.
Αυτό όμως, Μένανδρε, που είπα τότε στις φίλες μου πως μ᾽ έκανε ευτυχισμένη ήταν ότι δεν είναι μόνο η Γλυκέρα που σ᾽ αγαπάει, αλλά και βασιλιάδες μακρινοί, πέρ᾽ απ᾽ τη θάλασσα, κι ότι η φήμη σου, περνώντας τις θάλασσες, έκανε παντού γνωστά τα χαρίσματά σου.
Η Αίγυπτος, ο Νείλος, το ακρωτήριο του Πρωτέα και το παρατηρητήριο στο νησί Φάρος, όλα είναι ξεσηκωμένα, θέλοντας να δουν τον Μένανδρο και να ακούσουν τους φιλάργυρους, τους ερωτευμένους, τους δεισιδαίμονες, τους άπιστους, τους πατεράδες, τους γιους, τους δούλους και γενικά όλα τα πρόσωπα που εκείνος ανεβάζει στη σκηνή.
Όλους αυτούς θα τους ακούσουν, τον Μένανδρο όμως δεν θα τον δουν εκτός κι αν έρθουν στην Αθήνα, στο σπίτι της Γλυκέρας, και δουν την ευτυχία μου -ο Μένανδρος βρίσκεται με τη δόξα του παντού, νύχτα και μέρα όμως αγκαλιάζει εμένα. "
Μετάφραση Δ. Λυπουρλής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου