Τρίτη 31 Μαΐου 2016

"Ω παντοδύναμοι θεοί, της χώρας τούτης πυργοφύλακες"

Προβλέπω φοβερά, μεγάλα πάθη νά'ρχονται!
Μολύνθηκε ο στρατός απ’ το στρατόπεδό τους,
χυμίζει εδώ πολύς λαός εμπρός καβαλαρία,
μεσουρανίς που φάνηκε...

Το λέει ο κουρνιαχτός χωρίς μιλιά μα μηνυτής
αληθινός και βέβαιος.

Της χώρας μου οι κάμποι, ιδές, βροντούν απ’ τις
οπλές και βουή στέλνουνε στ’ αυτιά μου,
όπου πετάει με βρουχητό ωσάν τ’ ακράτηγο
νερό που πέφτει απ’ το γκρεμό.
Αλί μου, αλί, θεοί, θεές,
το κακό που μας πλάκωσε μακρύνετ’ από με.
Με βουητό που ξεπερνά τα κάστρα μας ορμά
καλοέτοιμος με τα λευκά σκουτάρια του ο λαός
τραβώντας κατά μας.
Ποιος θα με σώση, ποιος θα μου είναι βοηθός
απ’ τους θεούς, απ’ τις θεές;
Τι άλλο μας μένει το λοιπόν ή να προσπέσουμε
στ’ αγάλματα των πατρικών θεών;


Αλίμονο, ω αθάνατοι, με τους λαμπρούς
βωμούς, καιρός τ’ αγάλματά σας ν’ αγκαλιάζουμε,
τι να στεκόμαστε να πολυαναστενάζουμε;
Ακούτ’ ή δεν ακούγετε ασπίδων χτύπο;
Πότε θε νά τα ντύσουμε λιτανευτά
με πέπλους και με στέφανα αν όχι τώρα;
Είδα έναν χτύπο, βρόντημα όχι από ’να δόρυ.


Τι θε νά κάμης Άρη; θα προδώσης χώρα
δική σου από τα χρόνια τα παλιά;
Θεέ, με τα χρυσ’ άρματα, προστάτευε τη χώρα
προστάτευε, π’ αγάπαγες πολύ από μια φορά.
Της χώρας πολιούχοι θεοί, ελάτ’ ελάτε όλοι
και ιδήτ’ αυτή τη λιτανεία μας---παρθένων
που απ’ τη σκλαβιά ζητούμε γλιτωμό.


Κύμα γύρ’ απ’ την πόλη
κυματολόφων αντρών
κοχλάζει με το φύσημα τ’ Άρεως σηκωμένο,
πατέρα Δία παν τέλειε, μα βοήθα με

κι απ’ των εχθρών διαγούμισμα διαφέντευέ με.
Την πολιτεία περίζωσαν του Κάδμου, Αργίτες
τ’ άρματα τα πολεμικά βροντούν βροντούνε
κι απ’ τα σαγόνια των ατιών δετά τα γκέμια
πώς φονικά θρηνολογούνε!
Κ’ εφτά γενναίοι ξεχωριστοί μες στο στρατό τους με
ξέλαμπρην αρματωσιά στέκουν εμπρός
στις εφτά πύλες κληρωμένοι με λαχνό.


Και συ, δύναμη πολεμόχαρη, κόρη του Δία
της πόλης μας, Παλλάδα, γίνε σωτηρία.
Κι ο Ίππιος, της θάλασσας ο βασιλιάς
με το καμάκι των ψαριών διώχνοντας τον εχθρό
από το φόνο γλύτωσε με, γλύτωσε με.
Και συ ω Άρη, αλί μου, αλί
σώσε και φρόντισε τη φανερά
πόλη συγγενική.
Και συ Αφροδίτη, Κύπρη δέσποινα,
σαν που είσαι η πρώτη μάννα της γενιάς μου,
διαφέντευέ μας που είμαστε απ’ το αίμα σου κ’ εμείς
και σε σιμώνουμε μ’ ευχές π’ ακούνε οι θεοί.
Και συ, ω Λύκειε άναξ, λύκος να γενείς
για τους εχθρούς, των στεναγμών μου εκδικητής,
και το δοξάρι ετοίμαζε της Λητώς κόρη και συ.


Ε,ε,ε,ε,
αρμάτων κύλισμα γύρω στην πόλη γρικώ
Ήρα μου δέσποινα,
τρίζουν βαρύφορτα τ’ αξόνια των τροχών.
Ε,ε,ε Άρτεμη αγαπημένη
απ’ το κονταροχτύπημα ξεφρένιασ’ ο αιθέρας
τι κακό βρήκε την πόλη μας, τι ’ναι να γένη;
Τι ’ναι π’ ακόμ’ απ’ το θεό μας περιμένει;
Ε,ε,ε,ε,
χαλάζι ακρόβολες στις επάλξεις πέτρες πετούν
ω φίλε Απόλλωνα,
απ’ τα χαλκόδετα σκουτάρια οι πύλες βροντούν.
Ε,ε,ε,ε, ω υιέ του Δία τρανέ
που στους πολέμους αίσιον και καλό τέλος δίνεις
και Όγκα, δέσποινα θεά, που ’σαι στις πύλες μπροστάαπ’ την εφτάπορτη έδρα σου μη ξεμακρύνης


"Ω παντοδύναμοι θεοί,
ω τέλειοι κι ω τέλειες
της χώρας τούτης πυργοφύλακες..
μην παραδώσετε τη χώρα, δαμασμένη
από κοντάρι, σε ξενόφωνο στρατό
ακούτε ακούτε μας, π’ από ψυχής, παρθένες, με χέρια σας δεόμεθα υψωμένα.

Ω αγαπημένοι μας θεοί,
απλώνοντας το χέρι σας
πάνω στην πόλη μου, σωτήρες της,
δείξετε πως την αγαπάτε και γνοιασθήτε
τα κοινά ιερά, γνοιασθήτε και βοηθάτε,
τις πρόθυμες πλουσίων τελετών
θυσίες πολλές θυμάμενοί μου."

Αισχύλος-Επτά επί Θήβας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου