Τρίτη 5 Μαΐου 2020

Θάνατος: Ο μόνος από τους θεούς ο οποίος «ου δώρων ερά»

Σύμφωνα με τον Ησίοδο στη Θεογονία ο Ύπνος και ο δίδυμος αδελφός του, ο Θάνατος, ήταν «δεινοί Θεοί» που κατοικούσαν στον Τάρταρο. Ο Θάνατος είναι προσωποποίηση του τέλους της ζωής.
Όμως ενώ ο Ύπνος ταξιδεύει ειρηνικά πάνω στη θάλασσα και στη γη και είναι ευχάριστος στους ανθρώπους, ο Θάνατος αντίθετα έχει σκληρή και σιδερένια καρδιά και μισείται από τους ανθρώπους, ακόμη κι από τους αθάνατους. Άλλες φορές ο Θάνατος χαρακτηρίζεται, ιδιαίτερα από τους τραγικούς, ως ευεργέτης και μάλιστα γιατρός, γιατί απαλύνει τους ανθρώπους από τις αρρώστιες και τους πόνους.
Στην Ιλιάδα ο Θάνατος εμφανίζεται, με εντολή του Δία και της Ήρας, για να παραλάβει το πτώμα του Σαρπηδόνα και να το μεταφέρει στη Λυκία. Ο Ευριπίδης παριστάνει το Θάνατο σαν βασιλιά των νεκρών, που φορά μαύρο πέπλο ή έχει μαύρα φτερά. Τον παρουσιάζει ως πικρό, αλόγιστο, άκριτο, λυπηρό, κακό δαίμονα.
Για τη λατρεία του θεού ελάχιστα πράγματα προσφέρονται, γιατί ο Θάνατος ούτε θέλει, ούτε δέχεται δώρα.
Γι αυτόν δεν υπάρχει β ω μ ό ς.
Συνήθως παριστάνεται σαν όμορφος νέος, άλλοτε με μαύρα φτερά και με σβησμένο ή μισοσβησμένο πυρσό. Δεν έδειχνε συμπόνοια σε κανέναν. Ο Θάνατος είναι σκληρός και ανάλγητος θεός με σιδερένια καρδιά, μισητός και σ' αυτούς ακόμη τους αθάνατους θεούς.
Μόνο δύο θνητοί κατάφεραν να τον ξεγελάσουν: ο Ηρακλής (όταν απέσπασε την ψυχή της Άλκηστης) και ο βασιλιάς της Κορίνθου, Σίσυφος.
Ο Θάνατος, δίδυμος αδελφός του Ύπνου, σαν προσωποποίηση της λήξης της ζωής, στον Όμηρο συνοδεύεται με το επίθετο «μόρος» και το ουσιαστικό «κηρ», ενώ υποδηλώνεται ακόμη με τις φράσεις «μαύρη μοίρα», «κήρ μέλαινα», «ερεβενή νυξ», «νυξ μέλαινα», «νηλεές ήμαρ», «μόρος αινός», «στυγερόν σκότος», «θανάτου μέλαν νέφος», «μοίρα κακή θανάτοιο», «κηρ κακή μέλανος θανάτου», «τέλος θανάτοιο».
Ως προσωποποιημένος θεός ο Θάνατος, χαρακτηριζόταν επίσης «μελάμπεπλος άναξ νεκρών», «κακός», «τανηλεγής», «αιέννυπνος», «δυσηλεγής», «δυσηχής».
Στα ελληνικά επιτύμβια επιγράμματα χαρακτηρίζεται «κακός δαίμων», «βαρύς», «άκριτος», «λυπηρός», «βάσκανος», «αλόγιστος», «κακός».
Μερικές φορές πιστεύεται ότι έπινε και το αίμα των νεκρών. Ο Θάνατος επηρεάζεται από τους θεούς και μάλιστα από τη Μοίρα και την Αίσα.
Εκτός από τις Κήρες είχε και άλλους ακολούθους, με τη βοήθεια των οποίων πραγματοποιούσε το άχαρο έργο του, χρησιμοποιώντας ύπουλους τρόπους, «εχθρούς γε θνητοίς και θεοίς στυγουμένους».
Ο ίδιος ο Θάνατος ομολογεί ότι ευχαριστείται να παίρνει από τη ζωή πάντα τους νέους. Κλείνοντάς τους τα μάτια και τη μύτη, παίρνει την ψυχή των ανθρώπων, την οποία μερικές φορές σαν ψυχοπομπός μεταφέρει και παραδίδει στον Άδη.
Οι αρχαίοι Έλληνες καλλιτέχνες παρίσταναν το Θάνατο, νέο με γενειάδα, με φτερά στους ώμους και βέβαια με σπαθί στη μέση, με το οποίο αφαιρεί την ψυχή ή απλά κόβει τα μαλλιά των ανθρώπων, καθώς το κόψιμο των μαλλιών είναι ένδειξη θανάτου.
Επίσης τον παρίσταναν κρατώντας στο χέρι επιπλέον μία πλάστιγγα, είτε για να καθορίζει τη διάρκεια του χρόνου της ανθρώπινης ζωής είτε να ζυγοσταθμίζει τις ανθρώπινες πράξεις.
Ο Θάνατος δε δωροδοκείται, διότι είναι ο μόνος από τους θεούς, ο οποίος «ου δώρων ερά», ευχαριστιέται όμως με τις τιμές που του κάνουν οι άνθρωποι.
Ο Αριστοφάνης και οι υπόλοιποι κωμικοί παρουσιάζουν το Θάνατο σκληρό, αδυσώπητο, αμείλικτο και ανηλεή θεό που δεν συγκινείται ούτε με δώρα ούτε με θυσίες, με άλλα λόγια περιγράφουν τον Θάνατο ως θεό που ο άνθρωπος τρίζει τα δόντια του, όταν τον αντικρίζει.
Γι' αυτό εξάλλου, από την εποχή του Αριστοφάνη και μετά, ατόνησαν οι εκδηλώσεις λατρείας και οι ανεγέρσεις ναών και βωμών προς τιμήν του.
Οι τραγικοί ποιητές όμως, όπως π.χ. ο Φρύνιχος στη χαμένη «Άλκηστη», ο Σοφοκλής στον Οιδίποδα επί Κολωνώ ή ο Ευριπίδης στην Άλκηστη, μετριάζουν τη σκληρότητά του και μάλιστα μερικές φορές, όταν απαλλάσσει τους ανθρώπους από συμφορές και αφόρητα βάσανα, τον παρουσιάζουν και ως ευεργέτη και γι' αυτό, όπως γράφει και ο Όμηρος, οι άνθρωποι τον επικαλούνται για «βοήθεια».
Στις περισσότερες παραστάσεις τα δύο αδέλφια ζωγραφίζονται μαζί, όμοια με τους «ανέμους» να μεταφέρουν συντροφικά κάποιον νεκρό στον Άδη.
Μάλιστα σε λευκή λήκυθο, υπάρχει η γνωστή παράσταση σχετική με τον Σαρπηδόνα, η οποία εμφανίζει τους δίδυμους αδελφούς: γλυκύς και ήρεμος ο Ύπνος, καταθλιπτικός και σκυθρωπός ο Θάνατος, να μεταφέρουν από κοινού έναν νεκρό με χαρακτηριστική λεπτότητα και προσοχή, σαν να προσπαθούν να μην αισθανθεί το «φορτίο» τους, δηλαδή ο μεταφερόμενος νεκρός, κανένα πόνο ή κανένα δυσάρεστο συναίσθημα.
Το «δεν υπάρχει θάνατος, ο θάνατος είναι ζωή και η ζωή είναι θάνατος» ήταν η ηχώ των Ελευσινίων μυστηρίων και ένας από τους κυριότερους σκοπούς της μύησης.
Ένας από τους κυριότερους σκοπούς αυτής της μύησης ήταν να εξοικειώσει τον άνθρωπο με την ιδέα του θανάτου και να τον απαλλάξει από τον φόβο.
Όταν ο άνθρωπος γνωρίσει τι είναι στην πραγματικότητα ο θάνατος και κατανοήσει αυτό που συμβαίνει στη μεταθανάτια περίοδο, τότε γίνεται γνώστης του μυστηρίου της ζωής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου