"Θεωρείται ότι τα ενδύματα θερμαίνουν τον άνθρωπο, όχι βέβαια ότι τα
ίδια θερμαίνουν και προσθέτουν θερμότητα – αφού από μόνο του το καθένα τους είναι ψυχρό, και γι’ αυτό πολλές φορές οι άνθρωποι, όταν ζεσταίνονται κ’ έχουν πυρετό, τ’ αλλάζουν το ένα μετά από το άλλο – αλλά ότι εκείνη την θερμότητα, την οποία αναδίδει ο άνθρωπος από τον εαυτό του, την συνέχει και την περιστέλλει το ένδυμα, το οποίο καλύπτει το σώμα, και την φυλακίζει στο σώμα χωρίς να την αφήνει να διασκορπιστεί εκ νέου.
Αυτό το ίδιο, όταν συμβαίνει στις ανθρώπινες καταστάσεις, εξαπατά τους περισσότερους, οι οποίοι θεωρούν ότι θα ζήσουν ευχάριστα, εάν περιβάλλονται από μεγάλες οικίες και εάν συγκεντρώσουν πλήθος δούλων και χρημάτων.
Ωστόσο, η ευχάριστη και χαρούμενη ζωή δεν προέρχεται από τα εξωτερικά πράγματα, αλλά – αντίθετα – ο άνθρωπος προσθέτει ηδονή και χάρη στα πράγματα που βρίσκονται γύρω του, αντλώντας από το ήθος του, σαν από πηγή. «Όταν καίει το πυρ, ο οίκος φαίνεται περισσότερο χαρούμενος», και ο πλούτος περισσότερο ευχάριστος, και περισσότερο λαμπρή η δόξα και η δύναμη, όταν κατέχουν την ευφροσύνη που βγαίνει από την ψυχή, εκεί όπου και η πενία και η εξορία και το γήρας υποφέρονται ανάλαφρα και με προσήνεια, ανάλογα προς την ευκολία και την πραότητα τού ανθρώπινου χαρακτήρα.
Όπως, λοιπόν, τ’ αρώματα κάνουν ευωδιαστά τα βαριά ενδύματα και τα
ράκη, ενώ το σώμα του Αγχίση ανέδιδε δύσοσμο ιδρώτα, «κηλιδώνοντας τον λινό χιτώνα μέχρι τα νώτα του», έτσι και η ζωή και ο βιοπορισμός είναι άλυπος και τερπνός όταν ενυπάρχει η αρετή, ενώ η κακία– όταν αναμιγνύεται – κάνει λυπηρά και αηδιαστικά και δυσπρόσδεκτα για τους κατόχους τους όσα φαίνονται λαμπρά και πολυτελή και σεμνά.
«Αυτός θεωρείται μακάριος στην αγορά, όταν όμως ανοίξει τις εξώθυρές του, είναι τρισάθλιος, σε όλα κυριαρχεί η γυναίκα του και προστάζει και πάντοτε φιλονικεί». Ωστόσο, εάν κάποιος είναι άνδρας και όχι ανδράποδο, δεν είναι δύσκολο ν’ απαλλαγεί από γυναίκα πονηρή, ενώ δεν γίνεται να κάνει αγωγή διαζυγίου στην κακία του – ώστε ν’ απαλλαγεί από τα βάσανα και ν’ αναπαυθεί και να μείνει μόνος του – αλλά η κακία πάντοτε είναι σύνοικος των σπλάγχνων του, προσκολλημένη νύχτα και μέρα, «τον καίει χωρίς δάδα και τον εξωθεί σε πρόωρο γήρας», όντας βαρύς συνταξιδιώτης εξαιτίας της αλαζονείας του, και πολυδάπανος συνδαιτυμόνας εξαιτίας της βουλιμίας του, και σύζυγος οδυνηρή, η οποία του κόβει και τού καταστρέφει τον ύπνο με ενοχλήσεις, μέριμνες και ζηλοτυπίες.
Όταν κοιμάται, λοιπόν, το σώμα δέχεται ύπνο και ανάπαυση, ενώ η ψυχή – εξαιτίας της δεισιδαιμονίας – δέχεται τρόμους, όνειρα και ταραχές.
Λέει κάποιος: «Όταν νυστάζω και με παίρνει η λύπη, καταστρέφομαι
απ’ τα ενύπνιά μου». Τέτοια διάθεση προκαλεί και ο φθόνος και ο φόβος και ο θυμός και η ακολασία, αφού η κακία κατά την ημέρα βλέπει έξω και συμβιβάζεται με τους άλλους και ντρέπεται και καλύπτει τα πάθη της και δεν αφήνεται εντελώς στις ορμές της, αλλ’ αντιτίθεται και πολλές φορές τις αντιμάχεται, ενώ κατά τον ύπνο, αποφεύγοντας τις κρίσεις και τους νόμους, απομακρύνεται από τον φόβο και την αιδώ, ανακινεί κάθε επιθυμία της κ’ επανεγείρει την κακοήθεια και την ακολασία της. «Επιχειρεί, λοιπόν, να συνουσιασθεί με την μητέρα», όπως λέει ο Πλάτων, δέχεται απαγορευμένα φαγητά και δεν απέχει από καμία πράξη, απολαμβάνοντας την παρανομία όσο δύναται, μέσω ειδώλων και φαντασμάτων, τα οποία δεν καταλήγουν σε καμία ηδονή ούτε σ’ εκπλήρωση επιθυμιών, αλλά δύνανται μόνον ν’ ανακινούν και να εξαγριώνουν τα πάθη και τα νοσήματα.
Που είναι, λοιπόν, η γλύκα της κακίας, εάν πουθενά δεν έχει αμεριμνησία ούτε αλυπία ούτε αυτάρκεια ούτε αταραξία ούτε ησυχία; Στις ηδονές της σάρκας δίνει χώρα και γένεση η ευκρασία και η υγεία τού σώματος. Στην ψυχή δεν δύναται να ενυπάρξει ούτε ευφροσύνη ούτε βέβαιη χαρά, εάν πρώτα δεν υποβληθεί η ευθυμία, η αφοβία και το θάρρος ως έδρα και ακύμαντη γαλήνη. Ακόμη και αν κάποια ελπίδα ή τέρψη χαμογελάσει, η ψυχή θα υποβληθεί σε σύγχυση και ταραχή ευθύς μόλις επέλθει η στενοχώρια, όπως ακριβώς η θύελλα μέσα στην καλοκαιρία.
Συνάθροιζε χρυσάφι, συμμάζευε άργυρο, οικοδόμησε χώρους περιπάτων, γέμιζε την οικία σου με δούλους, και την πόλη με οφειλέτες σου. Αν δεν κατανικήσεις τα πάθη της ψυχής και αν δεν παύσεις την απληστία σου και αν δεν απαλλάξεις τον εαυτό σου από φόβους και φροντίδες, τότε προσφέρεις οίνο σε κάποιον που έχει πυρετό, και μέλι σε κάποιον που πάσχει στην χολή, κ’ ετοιμάζεις φαγητά κ’ εδέσματα σε κάποιους που πάσχουν στην κοιλιά και που έχουν δυσεντερία και που δεν τα συγκρατούν ούτε δυναμώνουν, αλλά περισσότερο φθείρονται από αυτά.
Δεν βλέπεις όσους νοσούν, πώς δυσαρεστούνται και αποπτύουν και αρνούνται τα καθαρότερα και πολυτελέστερα φαγητά, όταν τους τα προσφέρουν ακόμη και με την βία, ενώ μετά, όταν η κράση τους μεταβληθεί κ’ επανέλθει η σωστή αναπνοή και το γλυκό αίμα και η οικεία θερμότητα, ξανασηκώνονται και χαίρονται και τους αρέσει να τρώνε λιτό άρτο και τυρί και κάρδαμο; Τέτοιου είδους διάθεση κατασκευάζει στην ψυχή η λογική. Θα είσαι αυτάρκης, αν μάθεις τι είναι το ωραίο και αγαθό. Θα ζεις πλούσια μέσα στην πενία σου και θα βασιλέψεις και δεν θ’ αγαπήσεις τον αμέριμνο και ιδιωτικό βίο λιγότερο από εκείνον τού στρατηγού και τού ηγεμόνα.
Φιλοσοφώντας δεν θα ζήσεις με αηδία, αλλά θα μάθεις παντού και με τα πάντα να ζεις ευχάριστα. Θα σε ευφράνει ο πλούτος σου, που πολλούς θα ευεργετεί, και η πενία σου, αφού δεν θα μεριμνάς για πολλά, και η δόξα σου, όταν θα σε τιμούν, και η ασημότητα σου, όταν δεν θα σε φθονούν".
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ-ΗΘΙΚΑ-"Περί Αρετής και κακίας" μτφρ. Αθανάσιος Α. Τσακνάκης
ίδια θερμαίνουν και προσθέτουν θερμότητα – αφού από μόνο του το καθένα τους είναι ψυχρό, και γι’ αυτό πολλές φορές οι άνθρωποι, όταν ζεσταίνονται κ’ έχουν πυρετό, τ’ αλλάζουν το ένα μετά από το άλλο – αλλά ότι εκείνη την θερμότητα, την οποία αναδίδει ο άνθρωπος από τον εαυτό του, την συνέχει και την περιστέλλει το ένδυμα, το οποίο καλύπτει το σώμα, και την φυλακίζει στο σώμα χωρίς να την αφήνει να διασκορπιστεί εκ νέου.
Αυτό το ίδιο, όταν συμβαίνει στις ανθρώπινες καταστάσεις, εξαπατά τους περισσότερους, οι οποίοι θεωρούν ότι θα ζήσουν ευχάριστα, εάν περιβάλλονται από μεγάλες οικίες και εάν συγκεντρώσουν πλήθος δούλων και χρημάτων.
Ωστόσο, η ευχάριστη και χαρούμενη ζωή δεν προέρχεται από τα εξωτερικά πράγματα, αλλά – αντίθετα – ο άνθρωπος προσθέτει ηδονή και χάρη στα πράγματα που βρίσκονται γύρω του, αντλώντας από το ήθος του, σαν από πηγή. «Όταν καίει το πυρ, ο οίκος φαίνεται περισσότερο χαρούμενος», και ο πλούτος περισσότερο ευχάριστος, και περισσότερο λαμπρή η δόξα και η δύναμη, όταν κατέχουν την ευφροσύνη που βγαίνει από την ψυχή, εκεί όπου και η πενία και η εξορία και το γήρας υποφέρονται ανάλαφρα και με προσήνεια, ανάλογα προς την ευκολία και την πραότητα τού ανθρώπινου χαρακτήρα.
Όπως, λοιπόν, τ’ αρώματα κάνουν ευωδιαστά τα βαριά ενδύματα και τα
ράκη, ενώ το σώμα του Αγχίση ανέδιδε δύσοσμο ιδρώτα, «κηλιδώνοντας τον λινό χιτώνα μέχρι τα νώτα του», έτσι και η ζωή και ο βιοπορισμός είναι άλυπος και τερπνός όταν ενυπάρχει η αρετή, ενώ η κακία– όταν αναμιγνύεται – κάνει λυπηρά και αηδιαστικά και δυσπρόσδεκτα για τους κατόχους τους όσα φαίνονται λαμπρά και πολυτελή και σεμνά.
«Αυτός θεωρείται μακάριος στην αγορά, όταν όμως ανοίξει τις εξώθυρές του, είναι τρισάθλιος, σε όλα κυριαρχεί η γυναίκα του και προστάζει και πάντοτε φιλονικεί». Ωστόσο, εάν κάποιος είναι άνδρας και όχι ανδράποδο, δεν είναι δύσκολο ν’ απαλλαγεί από γυναίκα πονηρή, ενώ δεν γίνεται να κάνει αγωγή διαζυγίου στην κακία του – ώστε ν’ απαλλαγεί από τα βάσανα και ν’ αναπαυθεί και να μείνει μόνος του – αλλά η κακία πάντοτε είναι σύνοικος των σπλάγχνων του, προσκολλημένη νύχτα και μέρα, «τον καίει χωρίς δάδα και τον εξωθεί σε πρόωρο γήρας», όντας βαρύς συνταξιδιώτης εξαιτίας της αλαζονείας του, και πολυδάπανος συνδαιτυμόνας εξαιτίας της βουλιμίας του, και σύζυγος οδυνηρή, η οποία του κόβει και τού καταστρέφει τον ύπνο με ενοχλήσεις, μέριμνες και ζηλοτυπίες.
Όταν κοιμάται, λοιπόν, το σώμα δέχεται ύπνο και ανάπαυση, ενώ η ψυχή – εξαιτίας της δεισιδαιμονίας – δέχεται τρόμους, όνειρα και ταραχές.
Λέει κάποιος: «Όταν νυστάζω και με παίρνει η λύπη, καταστρέφομαι
απ’ τα ενύπνιά μου». Τέτοια διάθεση προκαλεί και ο φθόνος και ο φόβος και ο θυμός και η ακολασία, αφού η κακία κατά την ημέρα βλέπει έξω και συμβιβάζεται με τους άλλους και ντρέπεται και καλύπτει τα πάθη της και δεν αφήνεται εντελώς στις ορμές της, αλλ’ αντιτίθεται και πολλές φορές τις αντιμάχεται, ενώ κατά τον ύπνο, αποφεύγοντας τις κρίσεις και τους νόμους, απομακρύνεται από τον φόβο και την αιδώ, ανακινεί κάθε επιθυμία της κ’ επανεγείρει την κακοήθεια και την ακολασία της. «Επιχειρεί, λοιπόν, να συνουσιασθεί με την μητέρα», όπως λέει ο Πλάτων, δέχεται απαγορευμένα φαγητά και δεν απέχει από καμία πράξη, απολαμβάνοντας την παρανομία όσο δύναται, μέσω ειδώλων και φαντασμάτων, τα οποία δεν καταλήγουν σε καμία ηδονή ούτε σ’ εκπλήρωση επιθυμιών, αλλά δύνανται μόνον ν’ ανακινούν και να εξαγριώνουν τα πάθη και τα νοσήματα.
Που είναι, λοιπόν, η γλύκα της κακίας, εάν πουθενά δεν έχει αμεριμνησία ούτε αλυπία ούτε αυτάρκεια ούτε αταραξία ούτε ησυχία; Στις ηδονές της σάρκας δίνει χώρα και γένεση η ευκρασία και η υγεία τού σώματος. Στην ψυχή δεν δύναται να ενυπάρξει ούτε ευφροσύνη ούτε βέβαιη χαρά, εάν πρώτα δεν υποβληθεί η ευθυμία, η αφοβία και το θάρρος ως έδρα και ακύμαντη γαλήνη. Ακόμη και αν κάποια ελπίδα ή τέρψη χαμογελάσει, η ψυχή θα υποβληθεί σε σύγχυση και ταραχή ευθύς μόλις επέλθει η στενοχώρια, όπως ακριβώς η θύελλα μέσα στην καλοκαιρία.
Συνάθροιζε χρυσάφι, συμμάζευε άργυρο, οικοδόμησε χώρους περιπάτων, γέμιζε την οικία σου με δούλους, και την πόλη με οφειλέτες σου. Αν δεν κατανικήσεις τα πάθη της ψυχής και αν δεν παύσεις την απληστία σου και αν δεν απαλλάξεις τον εαυτό σου από φόβους και φροντίδες, τότε προσφέρεις οίνο σε κάποιον που έχει πυρετό, και μέλι σε κάποιον που πάσχει στην χολή, κ’ ετοιμάζεις φαγητά κ’ εδέσματα σε κάποιους που πάσχουν στην κοιλιά και που έχουν δυσεντερία και που δεν τα συγκρατούν ούτε δυναμώνουν, αλλά περισσότερο φθείρονται από αυτά.
Δεν βλέπεις όσους νοσούν, πώς δυσαρεστούνται και αποπτύουν και αρνούνται τα καθαρότερα και πολυτελέστερα φαγητά, όταν τους τα προσφέρουν ακόμη και με την βία, ενώ μετά, όταν η κράση τους μεταβληθεί κ’ επανέλθει η σωστή αναπνοή και το γλυκό αίμα και η οικεία θερμότητα, ξανασηκώνονται και χαίρονται και τους αρέσει να τρώνε λιτό άρτο και τυρί και κάρδαμο; Τέτοιου είδους διάθεση κατασκευάζει στην ψυχή η λογική. Θα είσαι αυτάρκης, αν μάθεις τι είναι το ωραίο και αγαθό. Θα ζεις πλούσια μέσα στην πενία σου και θα βασιλέψεις και δεν θ’ αγαπήσεις τον αμέριμνο και ιδιωτικό βίο λιγότερο από εκείνον τού στρατηγού και τού ηγεμόνα.
Φιλοσοφώντας δεν θα ζήσεις με αηδία, αλλά θα μάθεις παντού και με τα πάντα να ζεις ευχάριστα. Θα σε ευφράνει ο πλούτος σου, που πολλούς θα ευεργετεί, και η πενία σου, αφού δεν θα μεριμνάς για πολλά, και η δόξα σου, όταν θα σε τιμούν, και η ασημότητα σου, όταν δεν θα σε φθονούν".
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ-ΗΘΙΚΑ-"Περί Αρετής και κακίας" μτφρ. Αθανάσιος Α. Τσακνάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου