Ξέροντας ότι το πρότυπο του είναι ζωντανό και αιώνιο, προσπάθησε να κάνει το ίδιο και με τον κόσμο. Επειδή όμως η φύση εκείνου του προτύπου είναι αιώνια και δεν μπορούσε να τη μεταδώσει απόλυτα στον κόσμο, σκέφτηκε να τον κάνει σαν κινητή εικόνα της αιωνιότητας. Βάζοντας λοιπόν τάξη στον ουρανό, έφτιαξε της σταθερής αιωνιότητας την εικόνα, η οποία κινείται σύμφωνα με τους νόμους των αριθμών, αυτό που βέβαια ονομάζουμε χρόνο, και ταυτόχρονα δημιούργησε τις ημέρες, τις νύχτες, τους μήνες και τα χρόνια που δεν υπήρχαν πριν δημιουργηθεί ο ουρανός. Όλα αυτά είναι μέρη του χρόνου. Το μέλλον και το παρελθόν είναι επίσης μορφές του χρόνου που εμείς, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, εσφαλμένα αποδίδουμε στην αιώνια ουσία, αφού λέμε ότι αυτή υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει πάντα, ενώ το σωστό είναι να λέμε μόνο ότι υπάρχει. Το υπήρχε και το θα υπάρχει πρέπει να τα λέμε μόνο για τη γένεση που κινείται μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά όρια. Το υπήρχε και το θα υπάρχει είναι απλές κινήσεις, ενώ η αμετάβλητη ουσία δεν μπορεί να γίνεται πιο παλαιά ή πιο νέα με το πέρασμα του χρόνου- ούτε να γεννιέται ή να έχει γεννηθεί ή θα γεννηθεί - ούτε να υφίσταται το παραμικρό απ' όσα συμβαίνουν στα πράγματα που γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις, αφού όλα είναι μορφές του χρόνου που μιμείται την αιωνιότητα και περιστρέφεται σταθερά σύμφωνα με τους νόμους των αριθμών.
Ακόμα, κάνουμε λάθος όταν μιλάμε έτσι, δηλαδή ότι το γεγονός είναι γεγονός, ότι γίνεται αυτό που γίνεται, ότι θα γίνει κάτι που πρόκειται να γίνει και ότι το ανύπαρκτο είναι ανύπαρκτο. Σχετικά μ' αυτά όμως δεν θα ήταν ίσως η κατάλληλη ευκαιρία για να τα αναλύσουμε τώρα με ακρίβεια.
Ο χρόνος λοιπόν γεννήθηκε μαζί με τον ουρανό και θα χαθούν —αν επέλθει ποτέ κάποια καταστροφή τους — μαζί, αφού δημιουργήθηκαν ταυτόχρονα και σύμφωνα με το πρότυπο της αμετάβλητης ουσίας, ώστε να της μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο. Το πρότυπο υπάρχει στην αιωνιότητα, ενώ ο χρόνος από το άλλο μέρος υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει. Επομένως, ως συνέπεια αυτής της λογικής και των σχεδίων του θεού, όσο αφορά τη γένεση του χρόνου, δημιουργήθηκε ο ήλιος, το φεγγάρι και άλλα πέντε άστρα που ονομάζονται πλανήτες, έτσι ώστε να προσδιοριστούν και να διατηρηθούν οι αριθμοί του χρόνου. Όταν ο θεός έφτιαξε τα σώματα αυτών των πλανητών, τους τοποθέτησε στις τροχιές που υπάρχουν στη μεταβλητή ουσία, δηλαδή εφτά πλανήτες σε εφτά τροχιές. Πρώτη τοποθέτησε τη σελήνη σε τροχιά γύρω από τη γη και στη συνέχεια τον ήλιο ακολούθησε ο Εωσφόρος και το άστρο του Ερμή διανύοντας την τροχιά τους με την ταχύτητα που έχει ο ήλιος, αλλά σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση απ' αυτόν. Έτσι ο ήλιος, ο Εωσφόρος και ο Ερμής φτάνουν ξαφνικά ο ένας τον άλλο ή προλαμβάνονται ο ένας από τον άλλο. Όσο για τα υπόλοιπα άστρα, αν κανείς εξέταζε αναλυτικά τις θέσεις στις οποίες τα τοποθέτησε ο θεός και όλες τις υπόλοιπες λεπτομέρειες, η περιγραφή —που δεν μας αφορά αυτή τη στιγμή— θα ήταν πολύ πιο κουραστική από το θέμα εξαιτίας του οποίου θα λεγόταν. Αυτά ίσως αργότερα σε κάποια ευκαιρία να τύχουν της αναφοράς που τους αξίζει.
Όταν λοιπόν όλα τ' άστρα, που η συνεργασία τους θα δημιουργούσε τον χρόνο, μπήκαν στην τροχιά τους, απέκτησαν ζωή κι έμαθαν τον προορισμό τους, τότε άρχισαν να περιστρέφονται σύμφωνα με την κίνηση της μεταβλητής ουσίας, που είναι πλάγια σε σχέση με της αναλλοίωτης, από την οποία κυριαρχείται. Ορισμένα είχαν μεγαλύτερο κύκλο, ενώ άλλα μικρότερο- τα δεύτερα είχαν ταχύτερη περιστροφή, ενώ τα πρώτα πολύ πιο αργή. Με την κίνηση όμως της αμετάβλητης ουσίας, τα άστρα που περιστρέφονταν πιο αργά φαίνονταν να καταφθάνουν τα άλλα, ενώ στην πραγματικότητα συνέβαινε το αντίθετο. Κι αυτό επειδή η κίνηση της αναλλοίωτης ουσίας στρέφει ελικοειδώς όλους τους κύκλους, δίνοντας την εντύπωση ότι το σώμα που απομακρυνόταν πολύ αργά απ αυτήν βρισκόταν πιο κοντά της. Για να υπάρχει σαφές μέτρο σύγκρισης των σχετικών κινήσεων των άστρων, γρήγορων και αργών, με τις οποίες περιστρέφονταν στις οκτώ τροχιές τους, ο θεός άναψε ένα φως στη δεύτερη τροχιά μετά τη γη, το οποίο τώρα έχουμε ονομάσει ήλιο, που φωτίζει όσο γίνεται καλύτερα ολόκληρο τον ουρανό και βοηθάει να μετέχουν στους αριθμούς όσα όντα πρέπει να μετέχουν, διδάσκοντας τα από την περιστροφή του αμετάβλητου και αναλλοίωτου. Γι' αυτούς λοιπόν τους λόγους δημιουργήθηκε έτσι η ημέρα και η νύχτα, που αποτελούν μαζί τη μόνη και πιο σοφή κυκλική κίνηση.
Ο μήνας, από το άλλο μέρος, δημιουργείται όταν το φεγγάρι συμπληρώσει την κυκλική του κίνηση και ξαναφτάσει πάλι τον ήλιο, ενώ το έτος γίνεται με τη συμπλήρωση ενός κύκλου από τον ήλιο. Οι περιστροφές των υπόλοιπων άστρων δεν είναι γνωστές στους ανθρώπους, εκτός από λίγους, και γι' αυτό δεν τους έχουν δώσει ονόματα αλλά ούτε και σκέφτηκαν να τις συγκρίνουν μεταξύ τους με βάση τους αριθμούς. Έτσι δεν ξέρουν, κατά κανόνα, πως οι περιστροφές κι αυτών των άστρων, που παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία και θαυμαστή τάξη, είναι επίσης χρόνος. Μπορούμε όμως να καταλάβουμε ότι ο τέλειος αριθμός του χρόνου συμπληρώνει το τέλειο έτος, όταν όλα τα κινούμενα άστρα ολοκληρώσουν τις οκτώ περιστροφές τους και φτάσουν στο ίδιο σημείο απ' όπου ξεκίνησαν, συγκρινόμενα με την περιστροφή του αμετάβλητου και ομοιόμορφα κινούμενου. Μ' αυτό λοιπόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν όλα τ' άστρα που μετακινούνται στον ουρανό, ώστε το σύμπαν να μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο με το τέλειο και νοητό πλάσμα σε σχέση με την απομίμηση της αιώνιας φύσης. Όλα τα όντα που είχαν δημιουργηθεί μέχρι τη γέννηση του κόσμου ήταν όμοια με το πρότυπο τους, εκείνα όμως που γεννήθηκαν στη συνέχεια δεν έμοιαζαν με το πρότυπο, αφού δεν περιλαμβάνονταν στα πρώτα.
Ο θεός λοιπόν ολοκλήρωσε το ασυμπλήρωτο τμήμα του κόσμου κάνοντας τον όμοιο με τη φύση του προτύπου."
ΠΛΑΤΩΝΑΣ-ΤΙΜΑΙΟΣ (Ή περί Φύσεως)
ΠΛΑΤΩΝΑΣ-ΤΙΜΑΙΟΣ (Ή περί Φύσεως)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου