Πίνδαρος-Πυθική Ωδή 2.
Ο Κινύρας αποτέλεσε μια μορφή η οποία δεν παρέμεινε σταθερή στη διάρκεια των αιώνων, αλλά αντιθέτως συνεχώς μεταβαλλόταν και άλλαζε, δημιουργώντας έτσι μια αντιφατική εικόνα για το άτομό του.
Από κάποιους παρουσιάζεται ως ένα ιδιαίτερα ευτυχισμένο και ευνοούμενο από τους θεούς βασιλιά και ιερέα που πέθανε σε βαθιά γηρατειά, σε ηλικία 160 χρόνων, ενώ από άλλες πηγές αναφέρεται ως ένα τραγικό πρόσωπο, δυστυχισμένο, που βρήκε τραγικό τέλος. Το σίγουρο πάντως είναι πως ο Κινύρας αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του αρχαίου κόσμου και για το λόγο αυτό άλλωστε αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης και έρευνας από τόσους ιστορικούς μέχρι και σήμερα. Ας πάμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι του μύθου.
Στην ελληνική μυθιστορία ο Κινύρας ήταν ιερέας και βασιλιάς στην Κύπρο. Τον θεωρούσαν τον γενάρχη του ομώνυμου γένους των Κινυραδών, ιερέων της Αφροδίτης και επιδέξιος μουσικός. Ο Κινύρας ήταν ο πρώτος ιερέας του ναού της Αφροδίτης. Αυτός καθιέρωσε την μυστηριακή λατρεία του Άδωνη. Ήταν ωραιότατος άνδρας. Ήταν παροιμιώδης για τον πλούτο του και την ομορφιά του. Όσοι ήθελαν να μιλήσουν για υπερβολικό πλούτο ή να ευχηθούν πολλά πλούτη ανέφεραν το όνομα του Κινύρα. Στην αρχαιότητα υπήρχε η έκφραση : Κινύρου πλουσιότερος = ζάπλουτος. Ήταν επίσης περίφημος μεταλλουργός.
Πατέρας του Κινύρα αναφέρονται πως ήταν ο Πάφος ή ο Ευρυμέδοντας ή ο Θείας. Ως μητέρα του αναφέρεται κάποια Νύμφη από την Πάφο (που τον γέννησε με τον Ευρυμέδοντα). Σε μεταγενέστερες παραδόσεις, που εμφανίζονται τον 5ο αιώνα π.Χ., ο Κινύρας συνδέεται με τον μύθο του Άδωνι. Συγκεκριμένα ο Οβίδιος στις «Μεταμορφώσεις» του δίνει στον Κινύρα τον ρόλο του Θείαντα, παππού και πατέρα του Άδωνι, με αποτέλεσμα στη Δύση να υιοθετηθεί η εκδοχή αυτή. Σε άλλη εκδοχή των ίδιων παραδόσεων, από την Ασία, ο Κινύρας, γιος του Σανδόκου και της Φαρνάκης, πριγκήπισσας των Υδριέων, ήρθε στην Κύπρο, όπου και ίδρυσε την Πάφο. Εκεί νυμφεύθηκε τη Μεθάρμη, κόρη του Πυγμαλίωνα, βασιλιά της Κύπρου. Ο Κινύρας και η Μεθάρμη απέκτησαν 5 παιδιά: τον Άδωνη, τον Οξύπορο, την Ορσεδίκη, τη Λαογόρη και τη Βραισία (οι τρεις κόρες τιμωρήθηκαν από τη θεά Αφροδίτη να ασκούν την πορνεία στην Αίγυπτο). Ως γιοί του αναφέρονται και ο Κουρεύς με τον Αμάρακο.
[...] ἐγέννησε Κινύραν. οὗτος ἐν Κύπρῳ, παραγενόμενος σὺν λαῷ, ἔκτισε Πάφον, γήμας δὲ ἐκεῖ Μεθάρμην, κόρην Πυγμαλίωνος Κυπρίων βασιλέως, Ὀξύπορον ἐγέννησε καὶ Ἄδωνιν, πρὸς δὲ τούτοις θυγατέρας Ὀρσεδίκην <καὶ> Λαογόρην καὶ Βραισίαν. [...]
Απολλόδωρου Βιβλιοθήκη Γ΄
Μία άλλη παράδοση αναφέρει ως γυναίκα του την Κεγχρηίδα, πριγκίπισσα των Ασσυρίων. Θεωρείται επίσης και πατέρας του Άδωνη, τον οποίο γέννησε με την κόρη του, την Μύρρα.
Η ιστορία του Κινύρα, της Σμύρνας και του Αδώνιδος αποτελεί την κυπριακή εκδοχή της γέννησης του θνήσκοντος θεού. Ο Κινύρας, γνωστός ήδη από την προομηρική παράδοση, από τον Όμηρο και την αρχαϊκή ποίηση, ήταν ένα πρόσωπο πιο κοντινό στους Έλληνες. Από τη στιγμή που ο Άδωνις συνδέθηκε με την Αφροδίτη, μοιραία συνδέθηκε και με τον Κινύρα και έγινε, τελικά, γιος του. Η εκδοχή του Πανυάσσιδος, την οποία ο Απολλόδωρος ευτυχώς αναφέρει λεπτομερώς, έχει κύρια σημασία, αφού πάνω σε αυτήν βασίστηκε η κυπριακή παραλλαγή: Εδώ, ο Άδωνις είναι ο καρπός της ανόσιας σχέσης του Ασσυρίου βασιλιά Θείαντος και της κόρης του Σμύρνας. Αυτή, εξ αιτίας της οργής της Αφροδίτης (επειδή δεν την τιμούσε), ερωτεύτηκε τον πατέρα της και με τη βοήθεια της παραμάνας της είχε σχέσεις για δώδεκα νύχτες με τον πατέρα της, χωρίς αυτός να γνωρίζει ποια είναι. Μόλις ο πατέρας της αντιλήφθηκε την απάτη, προσπάθησε να σκοτώσει την κόρη με το σπαθί του. Η Σμύρνα προσευχήθηκε στους θεούς να την κάνουν αόρατη και οι θεοί την μεταμόρφωσαν σε δένδρο που το λένε σμύρνα. Αφού πέρασαν δέκα μήνες, ο φλοιός του δέντρου άνοιξε και γεννήθηκε ο Άδωνις, που η Αφροδίτη για την ομορφιά του έκρυψε σε κιβώτιο και τον παρουσίασε στην Περσεφόνη. Εκείνη, θαμπωμένη από την ομορφιά του αγοριού, δεν της το έδινε πίσω. Τότε έγινε κρίση μπροστά στον Δία, ο οποίος διέταξε μια περίοδο να μένει ο Άδωνις στο σπίτι του, μια με την Περσεφόνη και την άλλη με την Αφροδίτη. Όμως, ο Άδωνις προσέφερε το δικό του μερίδιο στην τελευταία. Αργότερα ο Άδωνις πληγώθηκε στο κυνήγι από αγριογούρουνο και πέθανε. Από την εκδοχή του Πανυάσσιδος που θεωρούσε τον Άδωνι γιο του Θείαντος και της Σμύρνας, αλλά και την εκδοχή του Ησιόδου που τον θεωρούσε γιο του Φοίνικος και της Αλφεσίβοιας, δεν μας σώζεται σχεδόν τίποτα που να σχετίζεται με τον μύθο της ανατολικής προέλευσης του Αδώνιδος, πέρα από την έμμεση αναφορά των αρχαίων συγγραφέων. Αντίθετα, τα λογοτεχνικά κείμενα της κλασσικής και της αλεξανδρινής περιόδου αντανακλούν τη νησιώτικη προέλευση του προστατευόμενου της Αφροδίτης.
Ένα κείμενο με τίτλο Σχόλια στον Διονύσιο τον Περιηγητή, μας λέει:
"Ο γιος του Πανδίονα και της Ερσης, ο Κέφαλος, μετοίκησε στην Ασία όπου απέκτησε δυο γιους, τον Αώο και τον Πάφο. Ο δεύτερος πέρασε την θάλασσα και έφτασε στην Κύπρο όπου έκτισε την ομώνυμη πόλη, την Πάφο. Ο γιος του ήταν ο Κινύρας.
Στην Κύπρο έφτασε και ο Φοίνικας Πυγμαλίων, ο οποίος είχε κόρη την Θυμαρέτη. Αυτήν παντρεύτηκε ο Κινύρας και απέκτησαν δυο γιους, τον Οξύπορο και τον Άδωνη, ο οποίος πέθανε από δάγκωμα αγριογούρουνου.
Ο Κινύρας τότε διέδωσε πως τον γιο του τον άρπαξε η θεά Αφροδίτη, και παίρνοντας το νεκρό τον μετέφερε στην πόλη Βύβλο της Φοινίκης όπου τον έθαψε κοντά στον ποταμό που από τότε ονομάστηκε Άδωνις. [Σχόλια στον Διονύσιο περιηγητή, Σχόλιο 8].
Στην ομηρική διήγηση ο Κινύρης (ιων. τύπος) τοποθετείται χρονικά στην εποχή του Τρωικού πολέμου να ζει στην Κύπρο και να προσφέρει στον Αγαμέμνονα έναν υπέροχο θώρακα για να έχει την εύνοιά του. Ο θώρακας που είναι έξοχο δείγμα μεταλλοτεχνίας, όπως συνάγεται από τη λεπτομερή περιγραφή του στη συνέχεια της ίδιας ραψωδίας, μαρτυρεί τον πλούτο και την ανώτερη κοινωνική θέση του δωρητή και εμμέσως το βασιλικό αξίωμά του.
δεύτερον αὖ θώρηκα περὶ στήθεσσιν ἔδυνε,
τόν ποτέ οἱ Κινύρης δῶκε ξεινήϊον εἶναι. πεύθετο γὰρ Κύπρονδε μέγα κλέος, οὕνεκ᾿ Ἀχαιοὶ ἐς Τροίην νήεσσιν ἀναπλεύσεσθαι ἔμελλον·
τοὔνεκά οἱ τὸν δῶκε χαριζόμενος βασιλῆϊ.
(Ομ. Ἰλ. Λ 19‐23).
Στον στίχο 20 πληροφορούμαστε ότι ο Κινύρης κάποτε χάρισε τον θώρακα σαν δώρο φιλοξενίας στον Αγαμέμνονα (εννοείται από το οἱ). Έχουμε ήδη παρατηρήσει ότι η απουσία του πατρωνύμου ή άλλων γενεαλογικών πληροφοριών για έναν άπαξ αναφερόμενο δεν συνηθίζεται στον Όμηρο, εκτός και αν είναι ένα ασήμαντο πρόσωπο ή αντίθετα ένας πασίγνωστος μέσα από την παλαιότερη παράδοση ήρωας. Ο Κινύρας δεν ανήκει βεβαίως στην πρώτη περίπτωση, αφού το γεγονός και μόνο ότι ο αρχηγός του ελληνικού στρατού αγωνίζεται με έναν θώρακα χαρισμένο από εκείνον, δίνει το μέτρο της υπόληψης και της εξέχουσας θέσης του. Ο χρονικός προσδιορισμός αυτής της χειρονομίας εκ μέρους του Κινύρα, μολονότι αόριστος στον συγκεκριμένο στίχο (ποτέ), καθίσταται σαφής στους αμέσως επόμενους στίχους.Ο Κύπριος βασιλιάς Κινύρας λίγο πριν από την έναρξη της μεγάλης εκστρατείας και επ᾿ ευκαιρία μιας φιλοξενίας προσφέρει στον Αγαμέμνονα έναν θώρακα σαν δώρο φιλοξενίας και για να γίνει αρεστός. Τώρα, αν αυτή η χειρονομία είναι απλώς μια τυπική και παραδοσιακή διαδικασία που εντάσσεται στη διπλωματική πρακτική της εποχής να ανταλλάσσονται δώρα μεταξύ των βασιλιάδων ή αν υποκρύπτει άλλες σκοπιμότητες και λεπτούς διπλωματικούς ελιγμούς, το βέβαιο είναι πως δεν απασχόλησε περισσότερο τον Όμηρο που στάθηκε στο δώρο αυτό καθαυτό. Το ότι πίσω από το χαριζόμενος μπορεί να κρύβονται λεπτομέρειες ενός πολιτικού παιχνιδιού μεταξύ των δύο μερών, οι λεπτομέρειες του οποίου χάνονται στα βάθη των αιώνων, είναι πολύ πιθανό. Το να υποθέσουμε, επίσης, ότι η Ιλιάς διέσωσε την απόπειρα κάποιας ανεπιτυχούς προσέγγισης των Κυπρίων από την πλευρά του Αγαμέμνονος δεν φαίνεται άτοπο από τη στιγμή που γνωρίζουμε ότι εκείνα τα χρόνια η Κύπρος ήταν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των λαών της Ανατολικής Μεσογείου λόγω της στρατηγικής της θέσης, των κοιτασμάτων χαλκού, των αποθεμάτων ξυλείας και των δυνατοτήτων εξοπλισμού στόλων. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Κύπρου, αλλά και του ίδιου του Κινύρα, που ανέκαθεν έκανε μεγάλη εντύπωση στη φαντασία των Ελλήνων: ο εξαιρετικός πλούτος.
Ο Κινύρας κατέχει, πέρα από τον πλούτο, την ιεροσύνη και το αξίωμα του Βασιλιά και την ιδιότητα του μουσικού. Η αγάπη του Απόλλωνος για τον Κινύρα αποκτά ερωτική χροιά, όπως είναι αναμενόμενο, στους χριστιανούς συγγραφείς που δεν χάνουν ευκαιρία να στηρίξουν την πολεμική τους σε τέτοιου είδους φήμες, κάτι που συναντήσαμε και στη σχέση του Κινύρα με την Αφροδίτη. Ο Κλήμης Ρώμης στηλιτεύει τις μοιχείες των θεών και ακόμη περισσότερο τις αρσενοκοιτίες τους, όπως λόγου χάριν του Διός για τον Γανυμήδη, του Ποσειδώνος για τον Πέλοπα, του Απόλλωνος για πολλούς άνδρες (μεταξύ των οποίων και ο Κινύρας), του Διονύσου για τον Άδωνι. Ο Κινύρας συνδέεται και με το θεό Απόλλωνα εξαιτίας της αγάπης τους προς τη μουσική και ειδικότερα προς το παίξιμο της λύρας. Οι δυο τους παρουσιάζονται να ανταγωνίζονται ως προς τις μουσικές τους ικανότητες με το θεό Απόλλωνα πάντοτε να επικρατεί. Ένας μύθος μάλιστα αναφέρεται στον Κύπριο βασιλιά, ο οποίος κατά τρόπο υπεροπτικό, αναμείχθηκε σε μουσικό αγώνα με το θεό Απόλλωνα πιστεύοντας πως θα τον κερδίσει. Ο Απόλλωνας όμως κέρδισε με ιδιαίτερη ευκολία και θέλοντας να εκδικηθεί το θνητό βασιλιά για την υπεροψία του τον θανάτωσε. Ο Πίνδαρος, στην Πυθική Ωδή 2, αναφέρει τον Κινύρα, ως αγαπημένο του Απόλλωνα και πιστό ιερέα της Αφροδίτης.
ΚΕΛΑΔΕΟΝΤΙ ΜΕΝ ΑΜΦΙ ΚΙΝΥΡΑΝ ΠΟΛΛΑΚΙΣ
ΦΑΜΑΙ ΚΥΠΡΙΩΝ, ΤΟΝ Ο ΧΡΥΣΟΧΑΙΤΑ ΠΡΟΦΡΟΝΩΣ ΕΦΙΛΗΣ ΑΠΟΛΛΩΝ, ΙΕΡΕΑ ΚΤΙΛΟΝ ΑΦΡΟΔΙΤΑΣ. (Οι φωνές των ανθρώπων της Κύπρου πολλές φορές υμνούν τον Κινύρα, τον οποίον αγάπησε δοξασμένα ο χρυσοχαίτης Απόλλων, τον υπάκουο ιερέα της Αφροδίτης).
Στις προαναφερθείσες μαρτυρίες για τις σχέσεις Απόλλωνος – Κινύρα πρέπει να προσθέσουμε και την επιγραφή από την Παλαίπαφο από τους χρόνους του Τιβερίου, μετά τη νέα ανάγνωση που πρότεινε πρόσφατα ο Cayla. Πιο συγκεκριμένα, ο εν λόγω μελετητής προτείνει την επίκληση Κενυριστής (δηλαδή Κινυριστής) αντί του Κερυνήτης για τον Απόλλωνα που είχε προτείνει ο Mitford, ως εξής:
[Νὴ τ]ὴν ἡμετέραν Ἀκραίαν Ἀφροδίτην κα[ὶ] τὴ[ν ἡμ]ετέραν Κόρην καὶ τὸν ἡμέτερον Ὑλά‐ τη[ν Ἀπόλλ]ω καὶ τὸν ἡμέτερον Κε[ν]υρ[ι]στήν Ἀπόλλω καὶ τοὺς ἡμετέρους Σωτῆρας.
Η ανάγνωση του Cayla θεωρούμε ότι ρίχνει φως στην μέχρι τώρα σκοτεινή θέση του Απόλλωνος στον ιερό χώρο της Παλαιπάφου. Όλες αυτές οι αόριστες φήμες για τη σχέση του θεού της λύρας, της ποίησης και της μαντικής με τον Κινύρα αποκτούν τώρα υπόσταση. Η επωνυμία Κενυριστής του Απόλλωνος δεν είναι η μοναδική περίπτωση που ένας θεός φέρει επίκληση σχηματισμένη από όνομα ήρωα. Γνωρίζουμε την περίπτωση της Αφροδίτης Αριάδνης στην Αμαθούντα, τον Ποσειδώνα Ερεχθέα, τον Διόνυσο Καδμείο και όσον αφορά τον Απόλλωνα έχουμε περισσότερα και πλησιέστερα παραδείγματα, λόγου χάριν τον Απόλλωνα Σαρπηδόνιο, Αμυκλαίο, Υάκινθο ή Υακίνθιο κ.ά.
Ο Κενυριστής Απόλλων, είτε συσχετίζεται με τον Κινύρα από τη λέξη κινύρα (λύρα) είτε συσχετίζεται με τον Κινύρα από το ρήμα κινύρομαι (οδύρομαι, θρηνώ), έχει να κάνει με τη βασική του ιδιότητα ως θεού της μουσικής και της λύρας. Μια ανάλογη επίκληση του Απόλλωνος (και του Ορφέως) είναι το Φορμικτής που σημαίνει και αυτό «κιθαριστής». Από τα μέχρι στιγμής δεδομένα εκτιμούμε πως η σύνδεση του Κινύρα με τον Απόλλωνα, την οποία πρώτος μνημονεύει ο Πίνδαρος, είναι επινόηση των αρχαϊκών χρόνων και πρέπει να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα τόσο της μεγάλης διάδοσης της απολλώνιας λατρείας στην Κύπρο, όσο και ως ανάγκη να τεκμηριωθεί μυθικά η μαντική ικανότητα των Κινυραδών, αλλά και η εξέχουσα θέση της μουσικής και της ποίησης στις γιορτές γύρω από το ιερό της Πάφου. Το ομιλούν όνομα του Κινύρα ήταν μοιραίο να προσκολληθεί κάποια στιγμή στο όνομα του μεγάλου θεού της μουσικής και να γίνει γιος του (ως ένας άλλος Ορφεύς, Λίνος, Υμέναιος) ή ανταγωνιστής του στην μουσική (ως ένας άλλος Μαρσύας). Η παροιμιώδης για την ομορφιά και τη χάρη μορφή του ήταν μυθικά αναμενόμενο να γίνει αντικείμενο του έρωτα του θεού (ως ένας άλλος Υάκινθος ή Αμύκλας κ.λπ.). Σε ένα άλλο επίπεδο, η σύνδεση του Κινύρα με τον Απόλλωνα θα μπορούσε να αντικατοπτρίζει τη γραμμή σύνδεσης των ιερών‐μαντείων τους: της Πάφου και των Δελφών, των δύο αποκαλούμενων ομφαλών της γης. Ακόμη πιο πάνω, θα μπορούσε να απηχεί τη σχέση μεταξύ των δύο μεγάλων θεών, της κοσμογονικής δηλαδή λατρείας της Αφροδίτης και της ηλιακής φυσιογνωμίας του Απόλλωνος. Ετυμολογική ερμηνεία του ονόματος διαβάζουμε για πρώτη φορά στον Ευστάθιο: "καὶ αὐτὸν (Κινύρην) μὲν ἀπολωλέναι ᾠδικῶς ἁμιλλώμενον τῷ Ἀπόλλωνι ὡς οἷα μουσικῆς τεχνίτην· διὸ καὶ Κινύρης ἐκλήθη παρωνύμως τῇ κινύρᾳ". Έτσι, κατά τoν Ευστάθιο, ο Κινύρας ως τεχνίτης μουσικής πήρε την ονομασία της κινύρας, της κιθάρας και κατά τη Σοῦδα ερμηνεύεται ως: "κινύρα· ὄργανον μουσικόν, ἢ κιθάρα. ἀπὸ τοῦ κινεῖν τὰ νεῦρα". Σύμφωνα με την ερμηνεία του Ευσταθίου (Κινύρας = κιθαρωδός), πρόκειται για ένα όνομα ομιλούν, όπως πλείστα άλλα, που αποδίδει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της ζωής του προσώπου, οπότε το όνομα του Κινύρα φαίνεται να προήλθε από την αγάπη του για τη μουσική.
Το όνομα Κινύρας ανήκει σε εκείνα τα μυθικά ονόματα, τα κληρονομημένα από την παλαιότερη παράδοση, που υπήρξαν κοινά ανθρωπωνύμια κατά τη μυκηναϊκή εποχή. Η ανεύρεση των δύο πινακίδων στην Πύλο με το όνομα ki‐nu‐ra ενισχύει το μυκηναϊκό υπόβαθρο του όλου μύθου. Εύλογα αναρωτιόμαστε αν Κινύρας ήταν το πραγματικό όνομα του προσώπου ή αν αυτό του δόθηκε σε κάποια στιγμή της ζωής του, πιθανόν ως τελετουργικός χαρακτηρισμός. Ο Λουκιανός, πάντως, λέει ότι κατά τη διάρκεια του αξιώματός του ο αρχιερέας έμενε χωρίς όνομα. Υπάρχει ένας ki‐nu‐ra θρησκευτικής μάλλον χροιάς σε μια πυλιακή πινακίδα και ομοιώματα λύρας ή απεικονίσεις λυριστών από τα μυκηναϊκά και τα παλαιότερα μινωικά κέντρα, ενώ πρόσφατα διαβάστηκε η λέξη ru‐ra‐ta‐e (λυρισταί) σε θηβαϊκές επιγραφές. Στα παλαιότερα μυκηναϊκά χρόνια τοποθετείται ο προπάππους της Ελένης, Κυνόρτας —ένα σημαίνον μυθικό πρόσωπο της λακωνικής γενεαλογίας συνδεόμενο με την πόλη των Αμυκλών, τον Υάκινθο και τον Απόλλωνα— το όνομα το οποίου ο Astour συσχέτισε ετυμολογικά με το σημιτικό kinnor και ουσιαστικά το ερμήνευσε ως «λυριστή». Πρόσφατα, ο Cayla πρότεινε νέα ανάγνωση μιας επίκλησης του Απόλλωνος που περιέχεται στο κείμενο ενός όρκου των Κυπρίων προς τον Τιβέριο, χαραγμένο σε επιγραφή από την Παλαίπαφο. Σύμφωνα με την προτεινόμενη αποκατάσταση, σχηματίζεται η επίκληση Κε[ν]υρ[ι]στής, δηλαδή Κινυριστής, που προέρχεται είτε από το άπαξ λεγόμενο κινυρίζω (θρηνώ, οδύρομαι) είτε από τηνκινύρα.
Η επίκληση στον Απόλλωνα Κινυριστή, δηλαδή αυτόν που οδύρεται ή αυτόν που παίζει την κινύρα, μπορεί να ερμηνευτεί, κατά τον ανωτέρω ερευνητή, ότι ο Απόλλων επιβάλλει τη λατρεία του αγαπημένου του μετά θάνατον.
Η πιθανή ετυμολογία της κυπριακής επίκλησης του Απόλλωνος Κινυριστής από το κινυρίζω, μας ωθεί να επανεξετάσουμε ένα παραγκωνισμένο από την έρευνα θέμα, τη σχέση του ονόματος Κινύρας με την ομάδα των λέξεων της Ελληνικής κινύρομαι, κινυρός που σημαίνουν τον θρήνο, τον οδυρμό. Θεωρούνται λέξεις αβέβαιης ετυμολογίας, ίσως πλασμένες κατ᾽ αναλογία με τις μάλλον ηχομιμητικές λέξεις μινύρομαι, μινυρός, μινυρίζω, οι οποίες δηλώνουν τον χαμηλόφωνο και ήρεμο θρήνο. Οι λέξεις κινύρομαι, κινυρός αντίθετα σημαίνουν τον οξύ, τον θορυβώδη θρήνο. Το επίθετο κινυρός ήδη απαντά στον Όμηρο με τη σημασία του «κλαυθμηρός, γοερός» και το κινύρομαι στον Αισχύλο με τη σημασία του «κροτώ δηλώνοντας». Συχνότατη είναι η χρήση τους από μεταγενέστερους συγγραφείς, κυρίως τους Αλεξανδρινούς και τους μεταχριστιανικούς ποιητές.
Προκύπτει, λοιπόν, το εξής ερώτημα: Ποια είναι, εν τέλει, η σχέση αυτών των λέξεων με τον Κινύρα και την κινύρα; Απλώς φωνολογική ή μήπως ετυμολογική και σημασιολογική; Είναι αναμφισβήτητο ότι τα ανατολικά κείμενα δεν συνδέουν ευθέως το μουσικό όργανο knr ή kinnôr με τη θρηνητική μουσική. Αντίθετα, η μουσική αυτού του οργάνου, ιδιαίτερα στη Βίβλο, δείχνει από τα συμφραζόμενα να είναι κατευναστική, αφού κατορθώνει να θεραπεύει ακόμα και την ψυχική ταραχή που προκαλούν τα δαιμόνια. Βεβαίως, το θρηνητικό και πένθιμο στοιχείο είναι οικείο στον συροπαλαιστινιακό χώρο και κυριαρχεί έντονα μετά τον θάνατο των Εβραίων βασιλέων, κατά παρόμοιο τρόπο με τον θρήνο των νεαρών γυναικών της Ιερουσαλήμ για τον θάνατο του νεαρού θεού Ταμμούζ ή των γυναικών από τον Λίβανο της Συρίας για τον Άδωνι.
Όταν ο Ησύχιος τον 5ο αι. μ.Χ. ερμηνεύει τη λέξη κινύρα ως ὄργανον μουσικόν, κιθάρα· οἰκτρά, προφανώς είναι επηρεασμένος από την ομάδα των όμοιων φωνητικά λέξεων που σημαίνουν τον θρήνο, τις οποίες και παραθέτει αμέσως μετά την κινύρα.
Στη Σοῦδα παραλείπεται το επίθετο οἰκτρά και η λέξη ετυμολογείται ἀπὸ τοῦ κινεῖν τὰ νεῦρα.
Μεγαλύτερη σύγχυση παρατηρούμε και σε άλλα βυζαντινά ετυμολογικά λεξικά. Στο Etymologicum Genuinum, που είναι η βασική πηγή των μεταγενέστερων ετυμολογικών λεξικών, διαβάζουμε για τη λέξη κινυρόμεναι: μέλπουσαι, ᾄδουσαι· ἀπὸ τῆς κινύρας. Το Etymologicum Magnum επαναλαμβάνει την ίδια ερμηνεία για το κινυρόμεναι, για το κινύρετο παραθέτει τοἐθρήνει, για το κινυρή τα επίθετα ὀδυρτική, θρηνητική, ενώ για το κινύρεσθαι που έχει λεχθεί κυρίως ἐπὶ βοός αναφέρει μια διαφορετική ετυμολογία: παρὰ τὸ κινεῖν τὴν οὐρὰν ἐν τῷ μυκᾶσθαι. Προσθέτει μάλιστα την πληροφορία ότι ο Αππίων ανακάλυψε αυτή την ετυμολογία στον Απολλόδωρο.
Το όνομα Κινύρας ανήκει σε εκείνα τα μυθικά ονόματα, τα κληρονομημένα από την παλαιότερη παράδοση, που υπήρξαν κοινά ανθρωπωνύμια κατά τη μυκηναϊκή εποχή. Η ανεύρεση των δύο πινακίδων στην Πύλο με το όνομα ki‐nu‐ra ενισχύει το μυκηναϊκό υπόβαθρο του όλου μύθου. Εύλογα αναρωτιόμαστε αν Κινύρας ήταν το πραγματικό όνομα του προσώπου ή αν αυτό του δόθηκε σε κάποια στιγμή της ζωής του, πιθανόν ως τελετουργικός χαρακτηρισμός. Ο Λουκιανός, πάντως, λέει ότι κατά τη διάρκεια του αξιώματός του ο αρχιερέας έμενε χωρίς όνομα. Υπάρχει ένας ki‐nu‐ra θρησκευτικής μάλλον χροιάς σε μια πυλιακή πινακίδα και ομοιώματα λύρας ή απεικονίσεις λυριστών από τα μυκηναϊκά και τα παλαιότερα μινωικά κέντρα, ενώ πρόσφατα διαβάστηκε η λέξη ru‐ra‐ta‐e (λυρισταί) σε θηβαϊκές επιγραφές. Στα παλαιότερα μυκηναϊκά χρόνια τοποθετείται ο προπάππους της Ελένης, Κυνόρτας —ένα σημαίνον μυθικό πρόσωπο της λακωνικής γενεαλογίας συνδεόμενο με την πόλη των Αμυκλών, τον Υάκινθο και τον Απόλλωνα— το όνομα το οποίου ο Astour συσχέτισε ετυμολογικά με το σημιτικό kinnor και ουσιαστικά το ερμήνευσε ως «λυριστή». Πρόσφατα, ο Cayla πρότεινε νέα ανάγνωση μιας επίκλησης του Απόλλωνος που περιέχεται στο κείμενο ενός όρκου των Κυπρίων προς τον Τιβέριο, χαραγμένο σε επιγραφή από την Παλαίπαφο. Σύμφωνα με την προτεινόμενη αποκατάσταση, σχηματίζεται η επίκληση Κε[ν]υρ[ι]στής, δηλαδή Κινυριστής, που προέρχεται είτε από το άπαξ λεγόμενο κινυρίζω (θρηνώ, οδύρομαι) είτε από τηνκινύρα.
Η επίκληση στον Απόλλωνα Κινυριστή, δηλαδή αυτόν που οδύρεται ή αυτόν που παίζει την κινύρα, μπορεί να ερμηνευτεί, κατά τον ανωτέρω ερευνητή, ότι ο Απόλλων επιβάλλει τη λατρεία του αγαπημένου του μετά θάνατον.
Η πιθανή ετυμολογία της κυπριακής επίκλησης του Απόλλωνος Κινυριστής από το κινυρίζω, μας ωθεί να επανεξετάσουμε ένα παραγκωνισμένο από την έρευνα θέμα, τη σχέση του ονόματος Κινύρας με την ομάδα των λέξεων της Ελληνικής κινύρομαι, κινυρός που σημαίνουν τον θρήνο, τον οδυρμό. Θεωρούνται λέξεις αβέβαιης ετυμολογίας, ίσως πλασμένες κατ᾽ αναλογία με τις μάλλον ηχομιμητικές λέξεις μινύρομαι, μινυρός, μινυρίζω, οι οποίες δηλώνουν τον χαμηλόφωνο και ήρεμο θρήνο. Οι λέξεις κινύρομαι, κινυρός αντίθετα σημαίνουν τον οξύ, τον θορυβώδη θρήνο. Το επίθετο κινυρός ήδη απαντά στον Όμηρο με τη σημασία του «κλαυθμηρός, γοερός» και το κινύρομαι στον Αισχύλο με τη σημασία του «κροτώ δηλώνοντας». Συχνότατη είναι η χρήση τους από μεταγενέστερους συγγραφείς, κυρίως τους Αλεξανδρινούς και τους μεταχριστιανικούς ποιητές.
Προκύπτει, λοιπόν, το εξής ερώτημα: Ποια είναι, εν τέλει, η σχέση αυτών των λέξεων με τον Κινύρα και την κινύρα; Απλώς φωνολογική ή μήπως ετυμολογική και σημασιολογική; Είναι αναμφισβήτητο ότι τα ανατολικά κείμενα δεν συνδέουν ευθέως το μουσικό όργανο knr ή kinnôr με τη θρηνητική μουσική. Αντίθετα, η μουσική αυτού του οργάνου, ιδιαίτερα στη Βίβλο, δείχνει από τα συμφραζόμενα να είναι κατευναστική, αφού κατορθώνει να θεραπεύει ακόμα και την ψυχική ταραχή που προκαλούν τα δαιμόνια. Βεβαίως, το θρηνητικό και πένθιμο στοιχείο είναι οικείο στον συροπαλαιστινιακό χώρο και κυριαρχεί έντονα μετά τον θάνατο των Εβραίων βασιλέων, κατά παρόμοιο τρόπο με τον θρήνο των νεαρών γυναικών της Ιερουσαλήμ για τον θάνατο του νεαρού θεού Ταμμούζ ή των γυναικών από τον Λίβανο της Συρίας για τον Άδωνι.
Όταν ο Ησύχιος τον 5ο αι. μ.Χ. ερμηνεύει τη λέξη κινύρα ως ὄργανον μουσικόν, κιθάρα· οἰκτρά, προφανώς είναι επηρεασμένος από την ομάδα των όμοιων φωνητικά λέξεων που σημαίνουν τον θρήνο, τις οποίες και παραθέτει αμέσως μετά την κινύρα.
Στη Σοῦδα παραλείπεται το επίθετο οἰκτρά και η λέξη ετυμολογείται ἀπὸ τοῦ κινεῖν τὰ νεῦρα.
Μεγαλύτερη σύγχυση παρατηρούμε και σε άλλα βυζαντινά ετυμολογικά λεξικά. Στο Etymologicum Genuinum, που είναι η βασική πηγή των μεταγενέστερων ετυμολογικών λεξικών, διαβάζουμε για τη λέξη κινυρόμεναι: μέλπουσαι, ᾄδουσαι· ἀπὸ τῆς κινύρας. Το Etymologicum Magnum επαναλαμβάνει την ίδια ερμηνεία για το κινυρόμεναι, για το κινύρετο παραθέτει τοἐθρήνει, για το κινυρή τα επίθετα ὀδυρτική, θρηνητική, ενώ για το κινύρεσθαι που έχει λεχθεί κυρίως ἐπὶ βοός αναφέρει μια διαφορετική ετυμολογία: παρὰ τὸ κινεῖν τὴν οὐρὰν ἐν τῷ μυκᾶσθαι. Προσθέτει μάλιστα την πληροφορία ότι ο Αππίων ανακάλυψε αυτή την ετυμολογία στον Απολλόδωρο.
Έρχεται κατόπιν ο Όμηρος, ο οποίος μιλάει μεν για τους θείους και τιμημένους αοιδούς της μυκηναϊκής εποχής, δεν αναφέρεται όμως ούτε στον Κινύρα ως μουσικό, ούτε σε κάποιο μουσικό όργανο με αυτήν την ονομασία, ούτε καν στη λύρα. Η ευρύτερη, όμως, περιοχή της Παλαιπάφου, όπου κατά τους μύθους ίδρυσε το ιερό της Αφροδίτης ο Κινύρας, πιστεύουμε ότι έχει δώσει δύο πολύ σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα από τον 11ο αι. π.Χ. Το ένα από τάφο του οικισμού Σκάλες είναι μια ανδρική πήλινη φιγούρα, καθισμένη πλαγίως πάνω σε άλογο και κρατώντας λύρα258. Η απεικόνιση ανδρικής φιγούρας, καθισμένης σε άλογο, είναι ένα ανατολικό χαρακτηριστικό για σημαντικές αρσενικές θεότητες και έχει μια παλιότερη παράδοση στην Κύπρο, καθώς έχουν βρεθεί και άλλες τέτοιες μορφές, χωρίς τη λύρα, ήδη από τον 13ο αι.π.Χ.
Το δεύτερο εύρημα προερχόμενο από τα Κούκλια είναι μια λεκάνη με δίχρωμο διάκοσμο από γεωμετρικά μοτίβα, δέντρα, πουλιά και ανθρώπινες μορφές259. Μια από αυτές είναι όρθια και κρατάει λύρα, ενώ από την ζώνη της κρέμεται ξίφος. Αυτές είναι οι παλαιότερες απεικονίσεις λυριστών από την Κύπρο και μάλιστα η πρώτη έχει συσχετιστεί με τον Κινύρα.
Επομένως, ελλείψει άλλων άμεσων τεκμηρίων από την εποχή που τοποθετείται ο ήρωάς μας, στηριζόμαστε κυρίως σε μεταγενέστερες πηγές για να ανασυνθέσουμε το κυπριακό σκηνικό γύρω από έναν Κινύρα‐Ορφέα. Ο χρησμολόγος Εύκλος, τα Κύπρια, οι Ομηρικοί ύμνοι Εἰς Ἀφροδίτην, η αναφορά του Πινδάρου για ύμνους των Κυπρίων που επαινούν τον Κινύρα, αγαπημένο του Απόλλωνος και ιερέα της Αφροδίτης, η διαπίστωση του Ευριπίδη ότι οι Μούσες μεταφέρθηκαν από την Πιερία στην Πάφο, όλα αυτά είναι απόδειξη ότι η ποίηση και η μουσική βρήκαν πρόσφορο έδαφος στην Κύπρο και ιδιαίτερα στις γιορτές της Αφροδίτης, γύρω από το ιερό της Παλαιπάφου. Κάποια στιγμή (δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς) στις γιορτές της Αφροδίτης προστέθηκαν και τα Αδώνια. Κοντά σε αυτά, νομίζουμε, πρέπει να προσθέσουμε και τη λατρεία του θεού Απόλλωνος.
Ο Ρισπέν, Α΄.285, αναφέρει πως κατά την παράδοση, δημιουργός των εορταστικών ασμάτων και των ελεγειών για το θάνατο του Αδώνιδος ήταν ο Κινύρας. Αυτό, ωστόσο, δεν συμπεραίνεται αβίαστα από τις σωζόμενες πηγές μας, αλλά είναι μια υπόθεση που στοιχειοθετείται από τις υπόλοιπες φήμες γύρω από τον Κινύρα. Για τα Αδώνια της Κύπρου δεν σώζεται αρχαία πηγή, σε αντίθεση με τις μαρτυρίες που έχουμε για τα Αδώνια άλλων πόλεων (Αθήνα, Αλεξάνδρεια, Βύβλος κ.ά.)
Οι Κινυράδες ιερείς πρέπει να ήταν αυστηρά και ιεραρχικά οργανωμένοι και επιφορτισμένοι με διαφορετικά καθήκοντα ο καθένας τους, πρωτεύοντα ή δευτερεύοντα. Ο Τάκιτος μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για το είδος της μαντικής που ασκούσαν οι Κινυράδες ιερείς, ότι δηλαδή χρησμοδοτούσαν εξετάζοντας τα σπλάχνα των αρσενικών εριφίων.
Το δεύτερο εύρημα προερχόμενο από τα Κούκλια είναι μια λεκάνη με δίχρωμο διάκοσμο από γεωμετρικά μοτίβα, δέντρα, πουλιά και ανθρώπινες μορφές259. Μια από αυτές είναι όρθια και κρατάει λύρα, ενώ από την ζώνη της κρέμεται ξίφος. Αυτές είναι οι παλαιότερες απεικονίσεις λυριστών από την Κύπρο και μάλιστα η πρώτη έχει συσχετιστεί με τον Κινύρα.
Επομένως, ελλείψει άλλων άμεσων τεκμηρίων από την εποχή που τοποθετείται ο ήρωάς μας, στηριζόμαστε κυρίως σε μεταγενέστερες πηγές για να ανασυνθέσουμε το κυπριακό σκηνικό γύρω από έναν Κινύρα‐Ορφέα. Ο χρησμολόγος Εύκλος, τα Κύπρια, οι Ομηρικοί ύμνοι Εἰς Ἀφροδίτην, η αναφορά του Πινδάρου για ύμνους των Κυπρίων που επαινούν τον Κινύρα, αγαπημένο του Απόλλωνος και ιερέα της Αφροδίτης, η διαπίστωση του Ευριπίδη ότι οι Μούσες μεταφέρθηκαν από την Πιερία στην Πάφο, όλα αυτά είναι απόδειξη ότι η ποίηση και η μουσική βρήκαν πρόσφορο έδαφος στην Κύπρο και ιδιαίτερα στις γιορτές της Αφροδίτης, γύρω από το ιερό της Παλαιπάφου. Κάποια στιγμή (δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς) στις γιορτές της Αφροδίτης προστέθηκαν και τα Αδώνια. Κοντά σε αυτά, νομίζουμε, πρέπει να προσθέσουμε και τη λατρεία του θεού Απόλλωνος.
Ο Ρισπέν, Α΄.285, αναφέρει πως κατά την παράδοση, δημιουργός των εορταστικών ασμάτων και των ελεγειών για το θάνατο του Αδώνιδος ήταν ο Κινύρας. Αυτό, ωστόσο, δεν συμπεραίνεται αβίαστα από τις σωζόμενες πηγές μας, αλλά είναι μια υπόθεση που στοιχειοθετείται από τις υπόλοιπες φήμες γύρω από τον Κινύρα. Για τα Αδώνια της Κύπρου δεν σώζεται αρχαία πηγή, σε αντίθεση με τις μαρτυρίες που έχουμε για τα Αδώνια άλλων πόλεων (Αθήνα, Αλεξάνδρεια, Βύβλος κ.ά.)
Αν και όλοι τους αποκαλούνταν γενικά ιερείς της Αφροδίτης, άλλοι ήταν υπεύθυνοι επί των θυσιών και των προσφορών, άλλοι έδιναν τις μαντείες, άλλοι διαχειρίζονταν τα οικονομικά του ναού, άλλοι ασχολούνταν με τις τελετές και τις μυήσεις, άλλοι ήταν οι θεματοφύλακες των γραπτών και των άγραφων νόμων κ.λπ.
Μια άλλη σημαντική πτυχή των καθηκόντων των Κινυραδών είχε να κάνει με τη μουσική και τα ιερά άσματα, με τις γιορτές προς τιμή της Αφροδίτης. Οι Κινυράδες και ο γενάρχης τους δεν ήταν μόνο μουσικοί στην υπηρεσία της Αφροδίτης, αν και τα ονόματά τους μας παραπέμπουν σε αυτήν την ιδιότητα, κάτι που συναντούμε και στην ανάλογη περίπτωση του Ευμόλπου και των Ευμολπιδών που, εκτός των άλλων καθηκόντων τους, «μέλπουν» τα μυστηριακά άσματα στα Ελευσίνια μυστήρια. Αν οι ιερείς των Ελευσινίων μυστηρίων πήραν το όνομά τους από τη μελωδική φωνή, την ευφωνία (εὐμολπία) του γενάρχη τους, οι ιερείς των μυστηρίων της Αφροδίτης πήραν την ονομασία τους από την ικανότητα του λυριστή γενάρχη τους. Η καλλιφωνία και η καλή γνώση της μουσικής τέχνης ήταν, όπως φαίνεται, απαραίτητα προσόντα του αρχαίου ιεροφάντη και τον βοηθούσαν στην καλύτερη απόδοση των ιερών ασμάτων και στην επιτέλεση της ιερής μυσταγωγίας. Μην ξεχνάμε την πιθανή ετυμολογία που υιοθετήσαμε για τον Κινύρα. Κινύρας σημαίνει «λυριστής», άρα Κινυράδες σημαίνει «λυριστές».
Για τον West, θυμίζουμε, ο Κινύρας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο μυθικός επώνυμος πρόγονος των Κινυραδών, του σωματείου των μουσικών του ιερού που έλεγχαν την παφιακή λατρεία. Ο Κινύρας δεν είναι ένας απλός βασιλιάς‐ιερέας που ήταν και επιδέξιος μουσικός ταυτόχρονα. Ήταν ο αγαπημένος ιερέας της Αφροδίτης στην Πάφο και παράλληλα ο πατέρας του Αδώνιδος, κατά την κυπριακή εκδοχή. Στην ουσία είναι ένας εξέχων λυριστής, ένας θεϊκός λυριστής στην υπηρεσία της Αφροδίτης. Αν προσθέσουμε σε όλα αυτά και τις φήμες για τις σχέσεις του Κινύρα με τον θεό της λύρας Απόλλωνα, τότε μπορούμε να είμαστε σχεδόν βέβαιοι ότι στη σχέση του Κινύρα με τη μουσική διακρίνουμε έναν σαφή ιστορικό πυρήνα που έχει να κάνει με τη λατρεία της Αφροδίτης και την πολιτιστική ζωή της Παλαιπάφου. Επισημαίνουμε για μια ακόμη φορά ότι μπορεί η ύπαρξη του Κινύρα να ίσταται ακόμη μεταξύ μύθου και ιστορίας, εφ᾿ όσον δεν υπάρχουν μέχρι στιγμής αδειάσειστες αποδείξεις της ιστορικής του ύπαρξης, ωστόσο το ιερό της Αφροδίτης και οι μαρτυρίες για τους Κινυράδες, τα μυστήρια και τις γιορτές που τελούνταν εκεί είναι αδιαμφισβήτητα.
Για τον West, θυμίζουμε, ο Κινύρας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο μυθικός επώνυμος πρόγονος των Κινυραδών, του σωματείου των μουσικών του ιερού που έλεγχαν την παφιακή λατρεία. Ο Κινύρας δεν είναι ένας απλός βασιλιάς‐ιερέας που ήταν και επιδέξιος μουσικός ταυτόχρονα. Ήταν ο αγαπημένος ιερέας της Αφροδίτης στην Πάφο και παράλληλα ο πατέρας του Αδώνιδος, κατά την κυπριακή εκδοχή. Στην ουσία είναι ένας εξέχων λυριστής, ένας θεϊκός λυριστής στην υπηρεσία της Αφροδίτης. Αν προσθέσουμε σε όλα αυτά και τις φήμες για τις σχέσεις του Κινύρα με τον θεό της λύρας Απόλλωνα, τότε μπορούμε να είμαστε σχεδόν βέβαιοι ότι στη σχέση του Κινύρα με τη μουσική διακρίνουμε έναν σαφή ιστορικό πυρήνα που έχει να κάνει με τη λατρεία της Αφροδίτης και την πολιτιστική ζωή της Παλαιπάφου. Επισημαίνουμε για μια ακόμη φορά ότι μπορεί η ύπαρξη του Κινύρα να ίσταται ακόμη μεταξύ μύθου και ιστορίας, εφ᾿ όσον δεν υπάρχουν μέχρι στιγμής αδειάσειστες αποδείξεις της ιστορικής του ύπαρξης, ωστόσο το ιερό της Αφροδίτης και οι μαρτυρίες για τους Κινυράδες, τα μυστήρια και τις γιορτές που τελούνταν εκεί είναι αδιαμφισβήτητα.
Οι τάφοι του Κινύρα και των απογόνων του πιστευόταν ότι βρίσκονταν μέσα στον ναό της Αφροδίτης στην Πάφο.
Συλλογή πληροφοριών όπως και αυτούσιων αποσπασμάτων και παραγράφων έγινε από την Γιώβη Βασιλική. Το παραπάνω άρθρο πραγματοποιήθηκε με βάση την εξαιρετική Διδακτορική Διατριβή της ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΤΣΑΒΛΗ με τίτλο:
ΚΙΝΥΡΑΣ ΜΕΛΕΤΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΜΥΘΟ και την οποία μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη εδώ:
http://www.pi.ac.cy/pi/files/epimorfosi/ekpaid_yliko/anthologio_arx_kypr_grammateia/kinyras.pdf
Επίσης αποσπάσματα χρησιμοποιήθηκαν από: http://www.mikrosapoplous.gr-https://www.bigcyprus.com.cy-http://theoikaiiroes.blogspot.com και την βικιπαίδεια.
ΚΙΝΥΡΑΣ ΜΕΛΕΤΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΜΥΘΟ και την οποία μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη εδώ:
http://www.pi.ac.cy/pi/files/epimorfosi/ekpaid_yliko/anthologio_arx_kypr_grammateia/kinyras.pdf
Επίσης αποσπάσματα χρησιμοποιήθηκαν από: http://www.mikrosapoplous.gr-https://www.bigcyprus.com.cy-http://theoikaiiroes.blogspot.com και την βικιπαίδεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου