«Ορφέα, δώσε το Ρόδο και σ’ εμάς, και δώσ’ το σ’ όλους, τι είν’ η ζωή πικρή απ’ την ώρα τούτη που ο ανασασμός του διάβη από μπροστά μας και δεν απλώθη στη γην όλη.
Δώσ’ το το Ρόδο στους λαούς, Ορφέα. Τι άγιος είναι ο αγώνας του Ψωμιού, και είν’ άγιος ο αγώνας του Κρασιού, που, ως λιγοστεύουν τα θάρρη της ψυχής, τη σπρώχνει πάλι στους ζωντανούς ανήφορους.Μα τώρα δώσ’ τον αγώνα για το Ρόδο, Ορφέα, στους λαούς, για να κινήσουνε όλοι αντάμα προς την κορφή που όλα τα σμίγει σ’ Ένα, ψυχή και σώμα, αίμα και πνέμα, εχθρότη
μ’ αγάπη, τόπους μ’ άλλους τόπους, τ’ άστρα
με τ’ άστρα, ζωή με θάνατο, τους αιώνες
με τους αιώνες.
Δώσ’ στους λαούς το Ρόδο, Ορφέα!»
Έτσ’ είπε αυτός.
Κι εμένανε η καρδιά μου μὄτρεμε πια, και μὄτρεμε το χέρι, τέτοια φωνή αναπάντεχη ν’ ακούσω.
Κι έτσι, χλωμός, το ματωμένο Ρόδο
το σήκωσα στο χέρι μου, ρωτώντας:
«Και πού, παιδιά, το Ρόδο θέτε πρώτα
να το φυτέψουμε στη Γη; Πού θέτε;»
Κι άργειε η απόκριση να ’ρθει…
Μα αιφνίδια αυτός που ’χε τα βλέφαρα κλεισμένα, ανοίγοντάς τα, με φωνή που ερχόταν απ’ άλλο κόσμο, κι όμως κύλησε όμοια με μια βροντή, αποκρίθη:
«Στην Ελλάδα!»
Και τα γκρεμά, οι πλαγιές, τα κορφοβούνια,
σα στήθη που ανασαίνοντας πλαταίνουν,
θαρρέψαμε αντηχήσαν:
«Στην Ελλάδα!»
Και τότε πια μας τύλιξε ο Παιάνας, μας γέμισε ο Παιάνας, μας επήρε στα διάπλατά του τα φτερά ο Παιάνας!
«Το Ρόδο», όλοι, «το Ρόδο στην Ελλάδα!» φωνάξαμε, κι ορμήσαμε.
Κι ω, πόσοι
μας έχουν σμίξει από τότε αγώνες!
[...]
Α.ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ - Ο ΔΙΘΎΡΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΡΌΔΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου