Πρόκειται για ένα μαρμάρινο άγαλμα ύψους 2,11 μέτρων και βάρους περίπου 900 κιλών. Το έργο αναπαριστά μια νεαρή γυναικεία μορφή. Ο κορμός της είναι γυμνός ενώ το ένδυμα καλύπτει τους γοφούς και τα πόδια της. Η μορφή στηρίζεται στο δεξί της πόδι, ενώ το αριστερό κάμπτεται προς τα εμπρός και αριστερά. Ο κορμός κάμπτεται και συστρέφεται, δίνοντας την εντύπωση της κίνησης, παρά το στατικό χαρακτήρα του αγάλματος. Το πρόσωπο είναι απαθές, αυστηρό και ευγενικό...
Το έργο πλάστηκε στα ταραγμένα ελληνιστικά χρόνια, κατά πάσα πιθανότητα από τον γλύπτη Αγήσανδρο ή ο Αλέξανδρο, γιο του Μηνίδη από την Αντιόχεια του Μαιάνδρου. Το μισό όνομά του αναφερόταν στη βάση του γλυπτού όπου απέμενε χαραγμένη η φράση ...ΝΔΡΟΣ ΜΗΝΙΔΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΥΣ ΑΠΟ ΜΑΙΑΝΔΡΟΥ ΕΠΟΙΗΣΕ. Αυτή η επιγραφή που φαίνεται σε ένα σχέδιο της εποχής, χάθηκε γύρω στο 1825 ενώ το απόκτημα βρισκόταν στο Λούβρο και πολλοί πιστεύουν ότι την εξαφάνισαν οι τότε διευθυντές του.
Το άγαλμα ανακαλύφθηκε στις 8 Απριλίου 1820 από έναν Έλληνα χωρικό - σε χώρο που ταυτίστηκε με το αρχαίο Γυμνάσιο της Μήλου - σε πολλά κομμάτια (πιθανόν έξι, από τα οποία τα χέρια και το όνομα του γλύπτη πλέον λείπουν), με δύο βασικά, τον κορμό και τα πόδια. Όλα αυτά τα κομμάτια και οι Ερμές έγιναν αμέσως αντικείμενο διαπραγμάτευσης.
Ο Βουτιέ ενημέρωσε με μιας τον Γάλλο υποπρόξενο στην Μήλο, τον Λουϊ Μπρεστ (Louis Brest) και αυτός παρουσιάστηκε και άρχισε να παζαρεύει λέγοντας πως "δεν είναι βέβαιο ότι το άγαλμα αξίζει 1.000 γρόσια". Ειδοποίησε όμως αμέσως τον ντε Ριβιέρ (Charles-François de Riffardeau, μαρκήσιος και αργότερα δούκας de Rivière), πρόξενο των Γάλλων στην Υψηλή Πύλη.
Στη διαπραγμάτευση αναμίχθηκε ενεργά και ένας άλλος Γάλλος αξιωματικός που είχε πάθος με τις αρχαιότητες, ο Ντιμόν ντ' Ουρβίλ (Dumont d'Urville) που σημειωτέον ήταν βέβαιος πως επρόκειτο ή για την Αφροδίτη που κρατούσε το μήλο του Πάρι. Οι Γάλλοι αποφάσισαν να πάρουν οπωσδήποτε όλα τα ευρήματα στην κατοχή τους.
Το παζάρι καθυστερούσε όμως, όπως και το πλοίο που θα μετέφερε με ασφάλεια το άγαλμα στη Γαλλία. Ο Κεντρωτάς ή και οι δημογέροντες (καθώς πλέον στα παζάρια είχε αναμιχθεί όλο το νησί) αδημονούσαν και αποφάσισαν να δώσουν ή να πουλήσουν το άγαλμα σε άλλους ενδιαφερόμενους. Ίσως εξάλλου υφίσταντο και πολιτικές πιέσεις -η Υψηλή Πύλη περνούσε σοβαρή κρίση στις εξωτερικές της σχέσεις και η παραχώρηση αρχαιοτήτων από πλευράς της συνιστούσε ουσιαστικά άσκηση εξωτερικής πολιτικής. Ο νόμος όριζε όλες οι αρχαιότητες να καταλήγουν στην Κωνσταντινούπολη και να αποφασίζεται κεντρικά η διάθεσή τους ώστε ο σουλτάνος να κολακεύει τα έθνη που τον συνέφερε.
Μέσα σε όλα, παρουσιάστηκε και ο Νικόλαος Μουρούζης, μέγας δραγουμάνος του οθωμανικού στόλου, και έπεισε τους Μηλίους να πουλήσουν το εύρημα σε εκείνον (ο Μουρούζης εκτελέστηκε με απαγχονισμό ένα χρόνο αργότερα μαζί με άλλους Φαναριώτες με την κατηγορία ότι συμμετείχαν στην ελληνική επανάσταση).
Ο εκπρόσωπος των Γάλλων που βρέθηκε τότε εκεί ήταν ο υποκόμης ντε Μαρκέλους (Vicomte de Marcellus) που έπεισε τους ντόπιους να μη φορτωθεί τελικά η Αφροδίτη στο πλοίο του Μουρούζη για να πάει στην Πόλη, αλλά στο πλοίο των Γάλλων για να πάει στο Λούβρο.
Το γλυπτό όντως ταλαιπωρήθηκε και φορτώθηκε μετ' εμποδίων στο γαλλικό καράβι, γιατί οι κάτοικοι της Μήλου είχαν διχαστεί (και διαπληκτίζονταν) και τραβολογούσαν τους Γάλλους μεταφορείς -πολλοί ντόπιοι φοβούνταν ότι αν το γλυπτό έφευγε για τη Γαλλία θα είχαν συνέπειες από τους Οθωμανούς ενώ άλλοι πίστευαν ότι έπρεπε να πάει στη Γαλλία αλλά να δοθούν περισσότερα χρήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου