"Ουαί θνητοί θνητοί θνητοί πολύπαθοι, τώρα θα δείτε πώς θα πονέσουν τα σαγόνια σας."...
Έτσι απειλεί ο Πόλεμος στο αριστούργημα του Αριστοφάνη, "Ειρήνη", τους ανθρώπους. Γιατί όμως εμφανίζεται ο πόλεμος; τι είναι αυτό που σπρώχνει τους ανθρώπους στο σάρωμα κάθε ευτυχίας και ευζωίας υψώνοντας σε βάθρο τον όλεθρο και την σιτοδεία; τον φόβο και τον τρόμο; Τι είναι ο πόλεμος και τι επιφέρει; ποιοι οι συνοδοί του και βοηθοί του; και τελικά γιατί μέσα στα τόσα θαυμαστά έργα των ανθρώπων, λαμβάνει χώρα και εν τέλει κυριεύει το αισχρότερο;. Και πως τον περιγράφει ο Αριστοφάνης;
Ας πάμε όμως να ξετυλίξουμε το κουβάρι.
"Πλάστης του κόσμου ο πόλεμος, όραμα η ευτυχία" μας λέει ο Παλαμάς. Ποιος είναι ο πόλεμος στην μυθολογία των Ελλήνων; Ο Πόλεμος παρουσιάζεται ως γιος του θεού Άρη. Είναι ο θεός Άρης. Λέγεται εύστοχα μάλιστα πως Άρης είναι ο πόλεμος και πόλεμος ο Άρης. Κάθε δημιούργημά μας πολλές φορές εμείς οι άνθρωποι το ονομάζουμε "παιδί μας", έτσι και ο πόλεμος είναι "παιδί του Άρη", ο ίδιος σε άλλη έκφραση. Στους μύθους ο Άρης εμφανίζεται πολεμοχαρής και προκλητικός και εκπροσωπεί την παρορμητική φύση του πολέμου. Οι Έλληνες ήταν αμφίσημοι προς τον Άρη: αν και ενσωμάτωσε τη φυσική ανδρεία που είναι αναγκαία για την επιτυχία στον πόλεμο, ήταν μια επικίνδυνη δύναμη. Συντριπτικός, ακόρεστος στη μάχη, καταστροφικός.
Στην Ιλιάδα, ο πατέρας του ο Δίας του λέει ότι είναι "ο πιο μισητός θεός" σε αυτόν. Ο Όμηρος τον περιγράφει και ως "ὀκρυόεις πόλεμος" (πολυδάκρυτος πόλεμος) και αναφέρεται στο "νέφος του πολέμου που καλύπτει τα πάντα" (πολέμοιο νέφος περὶ πάντα καλύπτε Ρ 243). Του προσδίδει και άλλα επιθετα όπως: αιματόεις, δακρυόεις, ολοός, πολύδακρυς, στυγερός, κακός, δυσηχής, φθισήνωρ (ολέθριος, ανδροφονιάς), δήιος (φονικός, καταστρεπτικός), οϊζηρός (οδυνηρός, ελεεινός), δυσηλεγής (αποκρουστικός, αμείλικτος). Ετυμολογικά το όνομα Άρης πιθανώς να προέρχεται από το αἱρεῖν και ἀναιρεῖν (φονεύειν) είτε από την λέξη «αρά» (βλάβη, πλήγμα).
Ερχόμενος ο πόλεμος στις ζωές των ανθρώπων προκαλεί πολλά δεινά. Ενώ ο πόλεμος προέρχεται από το ομηρικό ρήμα "πελεμίζω" που σήμαινε «πολεμώ», με αρχική σημασία «φοβίζω τον εχθρό» από υποθετικό τύπο πέλεμα «τρόμος, φόβος» και μάλιστα «κραδαίνοντας τη λόγχη», αφού η λέξη είναι ομόρριζη του πάλλω.
Η σιτοδεία από το σῖτος + δεία τη έλλειψη σιταριού δηλαδή και τροφής και οι λιμοί γενικότερα είναι κάποια από αυτά. Όπως ο Όμηρος πριν από αυτόν, έτσι και ο Ησίοδος περιγράφει τον πόλεμο με μελανά χρώματα σκοπεύοντας προφανώς όχι να τον εξυμνήσει, αλλά να προκαλέσει αποστροφή και φόβο.
Γύρω από τον Άρη βρίσκεται ορισμένος αριθμός θεοτήτων δευτερευόντων, οι οποίοι προσωποποιούν όπως αυτός τον πόλεμο. Θεωρούνται απαραίτητοι και τον συνοδεύουν στο πεδίο της μάχης.
Ο πόλεμος συχνά παριστάνεται συνοδευόμενος από το Θάνατο, τον Κυδοιμό, τον Τρόμο και το Φόβο, μυθολογικές προσωποποιήσεις των συμφορών που επιφέρει.
Γιοί του από την Αφροδίτη, ο Φόβος και ο Δείμος οι οποίοι ήταν προσδεμένοι στο άρμα μάχης του. Ο Δείμος είναι η προσωποποίηση του τρόμου. Μαζί με τον αδελφό του Φόβο, που ήταν η προσωποποίηση του φόβου, συνόδευε τον πατέρα του στα πεδία των μαχών.
Για τον λόγο αυτό του προσφέρονταν θυσίες στα πεδία των μαχών. Για τους Σπαρτιάτες το ιερό του Φόβου συνιστούσε σύμβολο πειθαρχίας και συνοχής των στρατιωτικών δυνάμεων. Οι μορφές τους στόλιζαν τις περίφημες ασπίδες των Αγαμέμνονα και Αχιλλέα.
Στην Ιλιάδα ο Φόβος ως πρόσωπο αναφέρεται στους στίχους Δ 440, Ν 299 και Ο 119. Στον τελευταίο προστάζεται μαζί με τον Δείμο να ζέψει τα άλογα του Άρη. Θεωρούσαν πως ο Άρης παρευρισκόταν σ’ όλα τα πεδία της μάχης, άλλοτε πεζός και άλλοτε πάνω στο άρμα του, που το έσερναν τέσσερα άλογα, παιδιά της Ερινύας και του Βορρέα των οποίων τα ονόματα ήταν ο Φόβος, ο Αἴθωνας από το ρήμα αἴθω που σημαίνει"καίω", ο Φλόγιος και ο Κόναβος που ετυμολογείται ως θόρυβος, κρότος, πάταγος, κλαγγή όπλων προερχόμενο από την καναχή που χρησιμοποιείται για να περιγράψει έναν ήχο οξύ, έντονο, ένα τρίξιμο ή την κλαγγή μετάλλου όπως της σάλπιγγας αυλού ή φόρμιγγο.
Εκτός από τους παραπάνω άλλοι συνοδοί του πολέμου είναι η Προϊωξις και η Αλαλά. Η Προϊωξις ήταν κατά τον Ησίοδο το πνεύμα της καταδίωξης στην μάχη. Πιο περιγραφικά η Προϊωξις στροφή προς τα πίσω και καταδίωξη των εχθρών. "Ἐν δὲ Προΐωξίς τε Παλίωξίς τε τέτυκτο, ἐν δ᾽ Ὅμαδός τε Φόβος τ᾽ Ἀνδροκτασίη τε δεδήει...." (Ασπίς Ηρακλέους, Ησίοδος)
Η Αλαλά ήταν η προσωποποίηση της δυνατής πολεμικής κραυγής, θόρυβου, βουητού από δυνατές και ακατάληπτες κραυγές χαράς, ενθουσιασμού που σήμαινε και σημάδευε είτε τον θρίαμβο για τη νίκη, είτε την παρόρμηση για επίθεση. Ο αλαλαγμός. Εξάλλου ένα από τα επίθετα-επικλήσεις του θεού ήταν «Ἀλαλάξιος». Η λέξη θρυλείται ότι προέρχεται από τη φωνή της κουκουβάγιας.
Ο Κύδοιμος και οι Κήρες ακόμη κάποιοι συνοδοί του Πολέμου, «Ἐν δ᾽ ἔρις, ἐν δε Κύδοιμος ὁμίλεον, ἐν δ᾽ ὁλοή Κήρ» (Ιλ. Σ. 635). Ο Κύδοιμος ήταν η προσωποποίηση του θορύβου της μάχης. Προέρχεται από το ρήμα Κυδοιμέω: εγείρω ταραχή, διασπείρω σύγχυση και φόβο, ο αχός της μάχης. Απεικονιζόταν μαζί με την Έριδα και τις Κήρες (http://mythiki-anazitisi.blogspot.gr/2013/10/blog-post_11.html) πάνω στην Ασπίδα του Αχιλλέα, που περιγράφεται στην Ιλιάδα (Σ 535). Ο Εμπεδοκλής, αναφερόμενος στην παλιά εποχή, γράφει χαρακτηριστικά ότι «ουδέ τις ην κείνοισιν `Αρης θεός, ουδέ Κυδοιμός», δηλαδή ότι κατά την εποχή του «Χρυσού Γένους» ούτε πόλεμος υπήρχε, ούτε οι ήχοι της μάχης. Στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη ο Κύδοιμος αναφέρεται (στ. 255 κ.ε.) ως γιος του πολέμου,(όπως και στο «Λεξικό της Σούδας», μαζί με τον Δείμο και τον Φόβο), όπου ο Πόλεμος του φέρεται σκληρά και απαιτητικά διατάζοντάς τον με απειλές, παρά το γεγονός ότι είναι με το μέρος του και τον βοηθά για τηνπραγμάτωση του σχεδίου του. Έτσι διαφαίνεται για άλλη μια φορά η τραχύτητα του χαρακτήρα του, αφού στον Κυδοιμό, που τον υπηρετεί φέρεται απαίσια, η στάση του αναμένεται χειρότερη προς τις πόλεις.
Τέλος η Ενυώ, από το ἕνω=φονεύω, η οποία εμφανίζεται στο περιβάλλον του κυρίως θεού του πολέμου Άρη και θεωρείται τις περισσότερες φορές ως θυγατέρα του. Μερικές φορές ωστόσο αναφέρεται ως αδελφή του ή ακόμα και μητέρα του. Κατά την αρχαιότητα η Ενυώ απεικονιζόταν αιμόφυρτη και σε σκηνές βιαιοπραγιών, όπως στην «Ασπίδα του Ηρακλή».
Εάν αυτά είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά του πολέμου πως "είδε" και μετέφερε μέσα από τα έργα του ο Αριστοφάνης τον Πόλεμο;
Μας λέει λοιπόν στην "Ειρήνη" του:
"Πού βρέθηκε τόσο κακό; Και ο Πόλεμος, ένα βλέμμα που έχει! Άραγε αυτός είναι που μπροστά του το βάζουμε στα πόδια, ο φοβερός, ο σκληροτράχηλος, ο που μας κάνει να λερώνουμε τα σκέλια μας;"
Η κατάσταση του πολέμου στην "Ειρήνη" παρουσιάζεται σαν ένα σάρωθρο που «καθαρίζει», ρημάζει την Ελλάδα (στ.59 "κατάθου τὸ κόρημα μὴ ’κκόρει τὴνἙλλάδα"). Υπολανθάνει και ένα λογοπαίγνιο με τις λέξεις κόρος\κόρη, δηλαδή να μην ερημώσει την Ελλάδα από τα νέα άτομα, αφού αυτά κυρίως ήταν στρατιώτες, αλλά και οι οικογένειες διαλύονταν ή οι νέες κοπέλες δεν μπορούσαν να νυμφευθούν. Οι θεοί, επειδή ήταν οργισμένοι με τους Έλληνες, έβαλαν τον Πόλεμο στα σπίτια και του είπαν να κάνει ό,τι θέλει.
"Έγιναν πυρ και μανία με τους Έλληνες. Γι᾽ αυτό εγκατέστησαν εδώ που έμεναν τον Πόλεμο και σας παρέδωσαν σ᾽ αυτόν να σας κάνει ό,τι θέλει και γουστάρει. Εκείνοι μετακόμισαν όσο πιο ψηλά μπορούσαν, για να μη σας βλέπουν άλλο να πολεμάτε και να μην ακούν τα παρακάλια σας." (στ.205). Έτσι μονολογεί ο Τρυγαίος: "Τι πας να κάνεις Δία;(στ. 58), Ω Δία, τι πας να κάνεις το λαό μας; (στ. 62).
Στους επόμενους στίχους αναφέρεται ότι στις πολιτείες δε θα αφήσει κουκούτσι.Ένας υπαινιγμός ότι ο πόλεμος είναι αδηφάγος, προϊδεάζοντας για τη σκηνή με το γουδί, όπου ο Πόλεμος εμφανίζεται σε ρόλο μάγειρα. Ο ίδιος μονολογώντας ετοιμάζεται να κοπανίσει σε ένα πελώριο γουδί όλες τις πόλεις. Η παρομοίωσή του με γουδοχέρι είναι πολύ εύστοχη, διότι αποτελούσε βασικό αντικείμενο, που θα περάτωνε τα σχέδια του Πολέμου, να κοπανίσει και να συνθλίψει όλες τις πόλεις στο πελώριο γουδί του.
Οι ενέργειές του Πολέμου είναι όπως και στην πραγματικότητα οι αποφάσεις που λαμβάνονται εν ριπή οφθαλμού, χωρίς να υπολογιστούν με σύνεση οι ολέθριες συνέπειές τους.
Στους Αχαρνείς ο Πόλεμος εκτός από κακός συμπότης, που αναστατώνει τη γαλήνη της οικίας, παρουσιάζεται και ως φωτιά. Το μεγαρικό ψήφισμα αποτέλεσε το σπινθήρα του πολέμου, που πυρπόλησε με τη μανία του την πόλη κάνοντας να δακρύσουν όλοι οι Έλληνες από τον καπνό της φωτιάς (Αχ. στ. 608 κεε. ἐ ξέφλεξεν τὴν πόλιν / ἐμβαλὼν σπινθῆρα μικρὸν Μεγαρικοῦ ψηφίσματος, ἐξεφύσησεν τοσο ῦτον πόλεμον ὥστε τῷ καπνῷ/ πάντας Ἕλληνας δακρῦσαι, τούς τ’ ἐκεῖ τούς τ’ ἐνθάδε.../ οὐκέτ’ ἦν οὐδεις ὁπαύσων).
Τα δάκρυα του καπνού είναι τα δάκρυα από τις συμφορές που επιφέρει ο πόλεμος, σε υλικό επίπεδο, όπως κτήματα και οικίες, με τις οποίες είναι συναισθηματικά δεμένοι οι άνθρωποι, αλλά κυρίως νοείται η απώλεια αγαπημένων προσώπων. Η σπίθα δε χαρακτηρίζεται μικρή, για να μειωθεί η σημασία της, αλλά τονίζεται περισσότερο η αντίθεση με τη δύναμη που έχει, καθώς η εξάπλωσή της ήταν ραγδαία και κάλυψε τα πάντα χωρίς διάκριση, πάντας Ἕλληνας. Η φράση συγκεκριμενοποιείται εννοώντας τόσο τους Σπαρτιάτες με τους συμμάχους τους, όσο και τους Αθηναίους. Στην ουσία ένας πόλεμος δεν έχει νικητές και ηττημένους, αφού οι απώλειες πλήττουν και τις δύο πλευρές ανεπανόρθωτα.
Η κατάσταση μέθης είναι ανεξέλεγκτη, διότι είναι ἐπικωμαστής. Η λέξη ἐπικωμάσας δίδει την έννοια του άγριου εισβολέα, για το λόγο αυτό το ρήμα ἐπικωμάζω σημαίνει και την άγρια επίθεση εναντίον κάποιου ή μιας πόλης (Πλατ.Νόμοι 950.5)
Ο Πόλεμος είναι ήδη μεθυσμένος και εισβάλλει στο σπίτι, για να συνεχίσει το γλέντι και τη μέθη του. Οι καταστροφές που προκαλεί συγκεκριμενοποιούνται: αναποδογυρίζει τα τραπέζια, δηλαδή προκαλεί μια γενικότερη αναστάτωση στην τάξη της οικίας (κἀνέτρεπε), χύνει έξω το κρασί (κἀξέχει), κάνει καυγάδες. Η συμπεριφορά του δεν αλλάζει παρά τις επανειλημμένες ευγενικές συστάσεις του οικοδεσπότη. Άλλες καταστροφικές ενέργειες του Πολέμου έχουν αντίκτυπο στα αμπέλια. Η ειρήνη παρουσιαζόταν ως τριών ειδών κρασί που δοκίμαζε ο Δικαιόπολης (στ. 186-200), άρα ο πόλεμος, όπως είναι αναμενόμενο, «καταστρέφει» την ειρήνη, είναι εχθρός της.
" για να ασφαλίσουμε το δημόσιο θησαυρό και να μην πολεμάτε εξαιτίας του" (στ. 488: ἵνα τἀργύριον σῶν παρέχοιμεν καὶμὴπολεμοῖτε δι’ αὐτό). Σε μια επερώτησή του, αν το χρήμα αποτελεί την αιτία, λαμβάνει ως απάντηση "ότι κάθε κακό πηγάζει από αυτό" (στ. 489: διὰτἀργύριον πολεμοῦμεν γάρ; -καιτἄλλα γε πάντ’ ἐκυκήθη).
Μας λέει ο Πλάτωνας: "Δια την των χρημάτων κτήσιν πάντες οι πόλεμοι γίγνονται". "Όλοι οι πόλεμοι γίνονται για την απόκτηση υλικών αγαθών". Γενικά είναι ένας ανεπιθύμητος, κακός εισβολέας, που προκαλεί καταστροφές, επηρεάζει την καλλιέργεια της γης και την ασφάλεια του οίκου, διαταράσσει την προϋπάρχουσα γαλήνη. Δεν έχει λογική, όπως κάθε πόλεμος, είναι σε κατάσταση μέθης, δρα ανεξέλεγκτα «πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστι πάντων δε βασιλεύς, και τους μεν θεούς έδειξε τους δε ανθρώπους, τους μεν δούλους εποίησε τους δε ελευθέρους» μας λέει Ηράκλειτος. Και συμπληρώνει ο Ηρόδοτος: "Κανείς δεν είναι τόσο ανόητος, ώστε να προτιμά τον πόλεμο από την ειρήνη, διότι στην ειρήνη τα παιδιά θάβουν τους γονείς, ενώ στον πόλεμο οι γονείς θάβουν τα τέκνα τους".
Η λογική όμως δεν έχει θέση στον πόλεμο. Δεν παρευρίσκεται στα πεδία των μαχών και δυστυχώς ούτε και στον άνθρωπο. Δεν απομένει παρά να στραφούμε στους τελευταίους στίχους του Ορφικού ύμνου στον Άρη και να ευχηθούμε να εισακουστούν.
"Αλλά συ, ώ μακάριε, δώσε μου θάρρος, δια να παραμένω σταθερός εις τους αβλαβείς θεσμούς της ειρήνης και να αποφεύγω την μάχην των εχθρών και τον βίαιον θάνατον."
Η έρευνα έγινε από την Γιώβη Βασιλική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου