Α) στίχοι 1-3, όπου ο ποιητής απευθύνεται σε κάποιο ανώνυμο ακροατήριο (ίσως συμπολεμιστές του) και προσπαθεί να δικαιολογήσει τη δυνατότητα της υποχώρησης και της φυγής σε μια μάχη. Οι θεοί είναι πολύ δυνατοί. Αν το θέλουν, μπορούν να τρέψουν σε φυγή ακόμη και τους πιο ρωμαλέους πολεμιστές. Μερικές φορές πρέπει να ξέρεις πότε να υποχωρείς στη μάχη.
Β) στίχοι 4-25: ο Αρχίλοχος θεμελιώνει την άποψή του με ένα μυθολογικό παράδειγμα: ακόμη και οι Αχαιοί του Αγαμέμνονα, που πολλοί ήταν ήρωες, γιοι και αδερφοί θεών, τράπηκαν σε φυγή από τον Τήλεφο, γιο του Ηρακλή.
Το μυθολογικό παράδειγμα δεν αναπτύσσεται με γραμμική αφήγηση: πρώτα γίνεται περιγραφή της φυγής των Αχαιών μπροστά στον Τήλεφο και κατόπιν δίνεται το πώς έφτασαν στη χώρα του Τήλεφου.
Για να καταλάβουμε το μυθικό παράδειγμα πρέπει να πούμε δυο λόγια για το μύθο του Τήλεφου: ο Τήλεφος ήταν γιος του Ηρακλή από την Αύγη, κόρη του βασιλιά της Τεγέας στην Αρκαδία (βλ. το χαρακτηρισμό «Αρκάδας Τήλεφος» στο ποίημα). Αργότερα έγινε βασιλιάς της Μυσίας στη Μικρά Ασία, διαδεχόμενος τον ντόπιο βασιλιά Τεύθραντα. Οι Αχαιοί του Αγαμέμνονα, πηγαίνοντας για την Τροία, έχασαν το δρόμο τους κι έφτασαν στην ακτή της Μυσίας, νομίζοντας ότι είχαν φτάσει στην Τροία. Στη μάχη που ακολούθησε υπέστησαν ντροπιαστική ήττα από τον Τήλεφο (γεμίζοντας τον ποταμό Κάικο με πτώματα), τον οποίο ενθαρρύνει με θεϊκή επιφάνεια ο ίδιος ο πατέρας του Ηρακλής.
Αν (τη φυγή που την προκάλεσε) θεού η κρατερή ανάγκη
δεν πρέπει ανανδρία και δειλία να την ονομάζουμε,
τότε σωστά από τα φονικά χτυπήματα τρέξαμε να σωθούμε. Υπάρχει κατάλληλη στιγμή και για την υποχώρηση.
Κάποτε μόνος του ο Αρκάδας Τήλεφος
έτρεψε σε φυγή στρατό Αργείων μέγα, κι εκείνοι, οι ρωμαλέοι,
υποχωρούσανε. Στ’ αλήθεια των θεών η θέληση τόση δύναμη είχε,
κι ας ήταν μαχητές. Στέναζε ο Κάικος με τα πολλά νερά
απ' τους νεκρούς που πέφτανε κι η πεδιάδα
της Μυσίας. Κείνοι στην αμμουδιά της βουερής της θάλασσας,
αφανισμένοι από το χέρι αντρός αμείλικτου,
σκορπίσανε με βιάση, οι Αχαιοί που ‘χουν καλές κνημίδες.
Μετά χαράς μπήκαν στα πλοία τα ταχύπορα,
παιδιά αθανάτων κι αδελφοί που ο Αγαμέμνων
στην Ίλιο έφερνε την ιερή να πολεμήσουνε.
Τον δρόμο τους είχανε χάσει κι έφτασαν στην αμμουδιά,
στου Τεύθραντα παράπεσαν τη θελκτική την πόλη .
Γεμάτοι ορμή, αυτοί και τ’ άλογά τους,
από αστοχασιά πικράθηκαν πολύ μες στην καρδιά τους.
Νόμισαν πως θα μπαίνανε ταχιά στην Τροία που 'χει ψηλές τις πύλες,
πατούσαν όμως μάταια της Μυσίας τη σιτοφόρα γη.
Ο Ηρακλής ήρθε να συναντήσει, με δυνατή φωνή, το γιο του Τήλεφο, τον γενναιόκαρδο.
Κι ήτανε φύλακας αυτός αμείλικτος στη φονική τη μάχη
σηκώνοντας κακιά φυγή στους Δαναούς,
στέκοντας πρόμαχος για χάρη του πατρός του.
[Σταύρος Γκιργκένης]
Πηγή: http://heterophoton.blogspot.gr/search/label/%CE%91%CE%A1%CE%A7%CE%99%CE%9B%CE%9F%CE%A7%CE%9F%CE%A3
Για να καταλάβουμε το μυθικό παράδειγμα πρέπει να πούμε δυο λόγια για το μύθο του Τήλεφου: ο Τήλεφος ήταν γιος του Ηρακλή από την Αύγη, κόρη του βασιλιά της Τεγέας στην Αρκαδία (βλ. το χαρακτηρισμό «Αρκάδας Τήλεφος» στο ποίημα). Αργότερα έγινε βασιλιάς της Μυσίας στη Μικρά Ασία, διαδεχόμενος τον ντόπιο βασιλιά Τεύθραντα. Οι Αχαιοί του Αγαμέμνονα, πηγαίνοντας για την Τροία, έχασαν το δρόμο τους κι έφτασαν στην ακτή της Μυσίας, νομίζοντας ότι είχαν φτάσει στην Τροία. Στη μάχη που ακολούθησε υπέστησαν ντροπιαστική ήττα από τον Τήλεφο (γεμίζοντας τον ποταμό Κάικο με πτώματα), τον οποίο ενθαρρύνει με θεϊκή επιφάνεια ο ίδιος ο πατέρας του Ηρακλής.
Αν (τη φυγή που την προκάλεσε) θεού η κρατερή ανάγκη
δεν πρέπει ανανδρία και δειλία να την ονομάζουμε,
τότε σωστά από τα φονικά χτυπήματα τρέξαμε να σωθούμε. Υπάρχει κατάλληλη στιγμή και για την υποχώρηση.
Κάποτε μόνος του ο Αρκάδας Τήλεφος
έτρεψε σε φυγή στρατό Αργείων μέγα, κι εκείνοι, οι ρωμαλέοι,
υποχωρούσανε. Στ’ αλήθεια των θεών η θέληση τόση δύναμη είχε,
κι ας ήταν μαχητές. Στέναζε ο Κάικος με τα πολλά νερά
απ' τους νεκρούς που πέφτανε κι η πεδιάδα
της Μυσίας. Κείνοι στην αμμουδιά της βουερής της θάλασσας,
αφανισμένοι από το χέρι αντρός αμείλικτου,
σκορπίσανε με βιάση, οι Αχαιοί που ‘χουν καλές κνημίδες.
Μετά χαράς μπήκαν στα πλοία τα ταχύπορα,
παιδιά αθανάτων κι αδελφοί που ο Αγαμέμνων
στην Ίλιο έφερνε την ιερή να πολεμήσουνε.
Τον δρόμο τους είχανε χάσει κι έφτασαν στην αμμουδιά,
στου Τεύθραντα παράπεσαν τη θελκτική την πόλη .
Γεμάτοι ορμή, αυτοί και τ’ άλογά τους,
από αστοχασιά πικράθηκαν πολύ μες στην καρδιά τους.
Νόμισαν πως θα μπαίνανε ταχιά στην Τροία που 'χει ψηλές τις πύλες,
πατούσαν όμως μάταια της Μυσίας τη σιτοφόρα γη.
Ο Ηρακλής ήρθε να συναντήσει, με δυνατή φωνή, το γιο του Τήλεφο, τον γενναιόκαρδο.
Κι ήτανε φύλακας αυτός αμείλικτος στη φονική τη μάχη
σηκώνοντας κακιά φυγή στους Δαναούς,
στέκοντας πρόμαχος για χάρη του πατρός του.
[Σταύρος Γκιργκένης]
Πηγή: http://heterophoton.blogspot.gr/search/label/%CE%91%CE%A1%CE%A7%CE%99%CE%9B%CE%9F%CE%A7%CE%9F%CE%A3
Πολύ ενδιαφέρον, αν είναι αληθινό
ΑπάντησηΔιαγραφήΕκεί που μας ζητάτε να κανομε like υπάρχει ένα 'αποδωθεί'. Πρέπει να γίνει 'αποδοθεί'.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕννοείται ότι το σχόλιο αυτό δεν είναι ανακοινώσιμο. Μενει μεταξύ μας.
Φιλικά Λεώνικος καλαχώρας