"Ορισμένα πράγματα (γίνονται) σύμφωνα με την ειμαρμένη και την πρόνοια, και από αυτά ορισμένα σύμφωνα με διαφορετικό είδος πρόνοιας, ορισμένα πάλι σύμφωνα με την ειμαρμένη. Η ειμαρμένη πάλι (υπάρχει) αποκλειστικά σύμφωνα με την πρόνοια, ενώ η πρόνοια δεν (υπάρχει) ποτέ σύμφωνα με την ειμαρμένη (ας θεωρηθεί ότι ο λόγος εδώ αφορά την πρώτη και ανώτατη πρόνοια)...
Πράγματι, αυτό που υπάρχει σύμφωνα με κάτι άλλο είναι υστερότερο εκείνου, που σύμφωνα με το οποίο τυχαίνει να λέγεται ότι υπάρχει, όπως, για παράδειγμα, το σύμφωνο με τον νόμο (είναι υστερότερο) του νόμου και το σύμφωνο με την φύση της φύσης. Έτσι και αυτό που υπάρχει σύμφωνα με την ειμαρμένη θα πρέπει να είναι μεταγενέστερο της ειμαρμένης.
Η ανώτατη πρόνοια είναι όμως το πιο παλιό από όλα, εκτός από εκείνο που είναι είτε βούληση είτε νόηση είτε και τα δύο,και είναι, όπως προαναφέρθηκε, (πρόνοια) του πατέρα του δημιουργού των πάντων.
"Ας πούμε λοιπόν", λέει ο Τίμαιος, "για ποιο λόγο έφτιαξε τη γένεση και το σύμπαν τούτο ο δημιουργός. Ήταν αγαθός και ο αγαθός δεν έχει ποτέ κανένα φθόνο μέσα του για τίποτε. Εφόσον λοιπόν ήταν έξω από αυτόν θέλησε να γίνουν τα πάντα όσο το δυνατόν πιο όμοια με τον ίδιο. Όποιος λοιπόν θα αποδεχόταν τούτη ως σπουδαιότερη αρχή για την γένεση και τον κόσμο, ακούγοντας την από συνετούς ανθρώπους, θα έπραττε σωστά ο θεός θέλοντας να κάνει τα πάντα αγαθά και να μην υπάρχει κατά το δυνατόν τίποτε κατώτερο, αφού πήρε ό,τι το ορατό υπήρχε, το οποίο ποτέ δεν ησύχαζε αλλά βρισκόταν σε άτακτη και ακανόνιστη κίνηση, το έβαλε από την αταξία σε τάξη, πιστεύοντας ότι η δεύτερη είναι σε κάθε περίπτωση καλύτερη από την πρώτη.
Για τον άριστο δεν ήτανε ούτε είναι επιτρεπτό να κάνει οτιδήποτε άλλο πέρα από το ωραιότερο".
Τούτα λοιπόν και τα επόμενα τους, φτάνοντας μέχρι τις ανθρώπινες ψυχές, πρέπει να θεωρήσουμε πως έχουν συσταθεί σύμφωνα με την πρόνοια, την πρώτη βέβαια. Η συνέχεια του λόγου έχει ως εξής: "Αφού συνέστησε το σύμπαν, ισάριθμες προς τα άστρα..., διαίρεσε ψυχές την καθεμιά στο καθένα και, αφού τις ανέβασε σαν πάνω σε όχημα, τους αποκάλυψε την φύση του σύμπαντος και τους υπαγόρευσε τους νόμους της ειμαρμένης".
Τα λόγια τούτα ποιος δεν θα θεωρούσε πως δηλώνουν καθαρά και σαφέστατα την ειμαρμένη, που είναι, λες, είδος βάσης και πολιτικής νομοθεσίας, ταιριαστή για τις ανθρώπινες ψυχές, της οποίας στην συνέχεια αποκαλύπτει και την αιτία; Όσο για την δεύτερη πρόνοια την περιγράφει κάπως έτσι λέγοντας:
"Αφού λοιπόν τους έδωσε όλους αυτούς τους θεσμούς, ώστε να είναι ανεύθυνος για τις μελλοντικές κακίες του καθενός, έσπειρε άλλους στην γη, άλλους στην σελήνη, άλλους στα άλλα (άστρα που είναι ) όργανα (για την μέτρηση) του χρόνου. Ύστερα παρέδωσε στους νέους θεούς τον σπόρο να δημιουργήσουν σώματα θνητά, να προετοιμάσουν και να ελέγχουν όσο μέρος της ψυχής χρειαζόταν ακόμα να προστεθεί αλλά και ό,τι απορρέει από αυτούς και να κυβερνούν τα θνητά πλάσματα με τον ωραιότερο και καλύτερο δυνατό τρόπο, εκτός αν τα ίδια γίνονταν αιτίες συμφορών για τον εαυτό τους".
Στα λόγια αυτά: "ώστε να είναι ανεύθυνος για τις μελλοντικές κακίες του καθενός" δηλώνει σαφέστατα τον λόγο ύπαρξης της ειμαρμένης, ενώ η τάξη και η δημιουργία των νεότερων θεών αναφέρεται στην δεύτερη πρόνοια. Υπό μία έννοια μοιάζει να μιλάει ακροθιγώς και για την τρίτη πρόνοια, αν βέβαια, η θεσμοθεσία έχει ως σκοπό: "να είναι ανεύθυνος για τις μελλοντικές κακίες του καθενός".
Ο θεός, που δεν έχει μερίδιο στην κακία, δεν θα είχε ανάγκη ούτε νόμων ούτε ειμαρμένης, αλλά ο κάθε (νεότερος θεός), καθώς έλκεται από την πρόνοια αυτού που τους γέννησε, εκτελεί το προσωπικό του έργο. Για το ότι αυτή η άποψη είναι αληθής και την ασπάζεται ο Πλάτων φανερή απόδειξη είναι κατά την γνώμη μου τα λόγια του νομοθέτη στους Νόμους, που έχουν ως εξής:
"Άν όμως γεννηθεί ποτέ, με θεία εύνοια, κάποιος άνθρωπος από την φύση του ικανός να εφαρμόσει αυτές τις αρχές, δεν θα έχει ανάγκη από νόμος που να τον κατευθύνουν. Οι σε βάθος γνώσεις όμως είναι απολύτως ανώτερες από κάθε νόμο και διάταξη, και δίκαιο είναι ο νους να μη βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο κανενός ως υπηρέτης ή δούλος,αλλά να εξουσιάζει τα πάντα, αν βέβαια είναι από την φύση του σωστός και πραγματικά ελεύθερος.".
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ- Περί ειμαρμένης -εκδ.ΚΑΚΤΟΣ
Πράγματι, αυτό που υπάρχει σύμφωνα με κάτι άλλο είναι υστερότερο εκείνου, που σύμφωνα με το οποίο τυχαίνει να λέγεται ότι υπάρχει, όπως, για παράδειγμα, το σύμφωνο με τον νόμο (είναι υστερότερο) του νόμου και το σύμφωνο με την φύση της φύσης. Έτσι και αυτό που υπάρχει σύμφωνα με την ειμαρμένη θα πρέπει να είναι μεταγενέστερο της ειμαρμένης.
Η ανώτατη πρόνοια είναι όμως το πιο παλιό από όλα, εκτός από εκείνο που είναι είτε βούληση είτε νόηση είτε και τα δύο,και είναι, όπως προαναφέρθηκε, (πρόνοια) του πατέρα του δημιουργού των πάντων.
"Ας πούμε λοιπόν", λέει ο Τίμαιος, "για ποιο λόγο έφτιαξε τη γένεση και το σύμπαν τούτο ο δημιουργός. Ήταν αγαθός και ο αγαθός δεν έχει ποτέ κανένα φθόνο μέσα του για τίποτε. Εφόσον λοιπόν ήταν έξω από αυτόν θέλησε να γίνουν τα πάντα όσο το δυνατόν πιο όμοια με τον ίδιο. Όποιος λοιπόν θα αποδεχόταν τούτη ως σπουδαιότερη αρχή για την γένεση και τον κόσμο, ακούγοντας την από συνετούς ανθρώπους, θα έπραττε σωστά ο θεός θέλοντας να κάνει τα πάντα αγαθά και να μην υπάρχει κατά το δυνατόν τίποτε κατώτερο, αφού πήρε ό,τι το ορατό υπήρχε, το οποίο ποτέ δεν ησύχαζε αλλά βρισκόταν σε άτακτη και ακανόνιστη κίνηση, το έβαλε από την αταξία σε τάξη, πιστεύοντας ότι η δεύτερη είναι σε κάθε περίπτωση καλύτερη από την πρώτη.
Για τον άριστο δεν ήτανε ούτε είναι επιτρεπτό να κάνει οτιδήποτε άλλο πέρα από το ωραιότερο".
Τούτα λοιπόν και τα επόμενα τους, φτάνοντας μέχρι τις ανθρώπινες ψυχές, πρέπει να θεωρήσουμε πως έχουν συσταθεί σύμφωνα με την πρόνοια, την πρώτη βέβαια. Η συνέχεια του λόγου έχει ως εξής: "Αφού συνέστησε το σύμπαν, ισάριθμες προς τα άστρα..., διαίρεσε ψυχές την καθεμιά στο καθένα και, αφού τις ανέβασε σαν πάνω σε όχημα, τους αποκάλυψε την φύση του σύμπαντος και τους υπαγόρευσε τους νόμους της ειμαρμένης".
Τα λόγια τούτα ποιος δεν θα θεωρούσε πως δηλώνουν καθαρά και σαφέστατα την ειμαρμένη, που είναι, λες, είδος βάσης και πολιτικής νομοθεσίας, ταιριαστή για τις ανθρώπινες ψυχές, της οποίας στην συνέχεια αποκαλύπτει και την αιτία; Όσο για την δεύτερη πρόνοια την περιγράφει κάπως έτσι λέγοντας:
"Αφού λοιπόν τους έδωσε όλους αυτούς τους θεσμούς, ώστε να είναι ανεύθυνος για τις μελλοντικές κακίες του καθενός, έσπειρε άλλους στην γη, άλλους στην σελήνη, άλλους στα άλλα (άστρα που είναι ) όργανα (για την μέτρηση) του χρόνου. Ύστερα παρέδωσε στους νέους θεούς τον σπόρο να δημιουργήσουν σώματα θνητά, να προετοιμάσουν και να ελέγχουν όσο μέρος της ψυχής χρειαζόταν ακόμα να προστεθεί αλλά και ό,τι απορρέει από αυτούς και να κυβερνούν τα θνητά πλάσματα με τον ωραιότερο και καλύτερο δυνατό τρόπο, εκτός αν τα ίδια γίνονταν αιτίες συμφορών για τον εαυτό τους".
Στα λόγια αυτά: "ώστε να είναι ανεύθυνος για τις μελλοντικές κακίες του καθενός" δηλώνει σαφέστατα τον λόγο ύπαρξης της ειμαρμένης, ενώ η τάξη και η δημιουργία των νεότερων θεών αναφέρεται στην δεύτερη πρόνοια. Υπό μία έννοια μοιάζει να μιλάει ακροθιγώς και για την τρίτη πρόνοια, αν βέβαια, η θεσμοθεσία έχει ως σκοπό: "να είναι ανεύθυνος για τις μελλοντικές κακίες του καθενός".
Ο θεός, που δεν έχει μερίδιο στην κακία, δεν θα είχε ανάγκη ούτε νόμων ούτε ειμαρμένης, αλλά ο κάθε (νεότερος θεός), καθώς έλκεται από την πρόνοια αυτού που τους γέννησε, εκτελεί το προσωπικό του έργο. Για το ότι αυτή η άποψη είναι αληθής και την ασπάζεται ο Πλάτων φανερή απόδειξη είναι κατά την γνώμη μου τα λόγια του νομοθέτη στους Νόμους, που έχουν ως εξής:
"Άν όμως γεννηθεί ποτέ, με θεία εύνοια, κάποιος άνθρωπος από την φύση του ικανός να εφαρμόσει αυτές τις αρχές, δεν θα έχει ανάγκη από νόμος που να τον κατευθύνουν. Οι σε βάθος γνώσεις όμως είναι απολύτως ανώτερες από κάθε νόμο και διάταξη, και δίκαιο είναι ο νους να μη βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο κανενός ως υπηρέτης ή δούλος,αλλά να εξουσιάζει τα πάντα, αν βέβαια είναι από την φύση του σωστός και πραγματικά ελεύθερος.".
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ- Περί ειμαρμένης -εκδ.ΚΑΚΤΟΣ
Ποιος «θεός» από όλους; Οι ειδωλολάτρες (Έλληνες) καλύτερα να μιλάτε συγκεκριμένα μιας και πιστεύετε σε εκατοντάδες ή και χιλιάδες «θεούς»;
ΑπάντησηΔιαγραφή