Με αφορμή τα αίσχη που διαδραματίζονται σε αυτόν τον τόπο ας θυμηθούμε ένα ποίημα - παρωδία του Βάρναλη. Ο Βάρναλης έγραψε την παρακάτω αριστοτεχνική αλλά και δηλητηριώδη παρωδία του ποιήματος του Ζαχαρία Παπαντωνίου «Προσευχή του ταπεινού», λίγο καιρό μετά την κυκλοφορία της συλλογής «Θεία δώρα» του Παπαντωνίου το 1931....
Ο Παπαντωνίου,ήταν βενιζελικός και είχε ευνοηθεί από το κόμμα του αφού διορίστηκε διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης, ακαδημαϊκός, καθηγητής της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, τιμήθηκε με το Αριστείο γραμμάτων και τεχνών κτλ.
Ο Βάρναλης δημοσίευσε την παρωδία σε περιοδικό ποικίλης ύλης, υπογράφοντάς την με χλευαστικό ψευδώνυμο Καρχαρίας Παπαφαταούλας (επίκαιρο μέχρι και στις μέρες μας) του παρακάτω ποιήματος του Ζαχαρία Παπαντωνίου «Προσευχή του ταπεινού», λίγο καιρό μετά την κυκλοφορία της συλλογής του Παπαντωνίου «Θεία δώρα» το 1931. Απολαύστε το!
Κύριε, σαν ήρθεν η βραδιά και μάτι δεν μας βλέπει
βρέχε σωρό διορισμούς στην ταπεινή μου τσέπη.
Την προσευχή μου, Κύριε, σου λέω με προθυμία
καμιά ψυχή δεν έβλαψα, μονάχα τα Ταμεία.
Εκείνοι που με πλήγωσαν ήσαν αγαπημένοι.
Που να μην την εβούτηξα θέση καμιά δε μένει.
Ήσυχα εγώ κι αθόρυβα τα έργα μου έχω πράξει
κι από Γραικύλους και Γραικούς το σύμπαν έχω αρπάξει
Στην πόρτα μου άλλος δεν χτυπά κανείς απ’ τον αέρα
κι όλες εγώ τις χτύπησα (δουλειά μου κάθε μέρα).
Ήμουνα των μικρών παιδιών και των σκυλιών ο φίλος
κι όλων εγώ των αρχηγών πιστός χαδιάρης σκύλος.
Σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.
Αφού το κράτος πλήρωνε, ζήτω η γλυκειά Πατρίδα!
Σ’ ευχαριστώ που μου’ δωκες χωρίς να μου ανήκει
τη θέση της Εκδοτικής και την Πινακοθήκη.
Για την καπατσοσύνη μου οι εχθροί θα με μισήσουν.
Ευδόκησε ν’ αφανιστούν χωρίς να ξαναζήσουν.
Με τρόπο της Ποιήσεως δώσε μου, Κύριε, τώρα
τα πενήντα χιλιάρικα, τ’ αληθινά «θεία δώρα».
Καρχαρίας Παπαφαταούλας - τα «Ηλίθια δώρα»
Το ποίημα του Παπαντωνίου έχει ως εξής:
Κύριε, σαν ήρθεν η βραδιά, σου λέω τη προσευχή μου:
'Αλλη ψυχή δεν έβλαψα στο κόσμο απ' τη δική μου.
Εκείνοι που με πλήγωσαν ήσαν αγαπημένοι.
Τη πίκρα μου τη βάσταξα, μου δίνεις και τη ξένη.
Μ' απαρνηθήκαν οι χαρές. Δε τις γυρεύω πίσω.
Προσμένω τα χειρότερα. Ειν' αμαρτία να ελπίσω.
Σαν ευτυχία αγαπώ της νύχτας τη φοβέρα.
Στη πόρτα μ' άλλος δε χτυπά κανείς, απ' τον αγέρα.
Δεν έχω δόξα. Ειν' ήσυχα τα έργα που 'χω πράξει.
'Ακουσα τη γλυκειά βροχή, τη δύση 'χω κοιτάξει,
έδωκα στα παιδιά χαρές, σε σκύλους λίγο χάδι,
ζευγάδες καλησπέρισα που γύριζαν το βράδι.
Τώρα δεν έχω τίποτε να διώξω ή να κρατήσω.
Δε περιμένω ανταμοιβή, πολλή 'ναι τέτοια ελπίδα!
Ευδόκησε ν' αφανιστώ, χωρίς να ξαναζήσω.
Σ' ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.
Παπαντωνίου -«Θεία δώρα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου