κατόπιν τον διπλανό του: «Πόσο μας κάνει;»
Όταν είναι κατηγορούμενος σε δίκη και πρόκειται να παρουσιαστεί στο δικαστήριο, το ξεχνά και πάει στην εξοχή.
Όταν είναι θεατής στο θέατρο, πέφτει σε ύπνο κι απομένει μόνος του.
Αν έχει φάει πολύ, σηκώνεται τη νύχτα να πάει στο μέρος και τον δαγκώνει το σκυλί του γείτονα.
Αν αποκτήσει κάτι και το αποθέσει ο ίδιος σε κάποιο σημείο, το ψάχνει και δεν μπορεί να το βρει.
Σ᾽ αυτόν που του αναγγέλλει ότι πέθανε κάποιος από τους φίλους του, για να παρευρεθεί στην κηδεία, λέει σκυθρωπιάζοντας και δακρύζοντας: «Η ώρα η καλή».
Είναι ικανός να πάρει μαζί του μάρτυρες, όταν είναι να εισπράξει χρήματα που του οφείλονται.
Ενώ είναι χειμώνας, μαλώνει με το δούλο του, γιατί δεν του αγόρασε αγγούρια.
Αναγκάζοντας τα παιδιά του να παλέψουν μαζί του και να τρέξουν, τα κάνει να εξαντληθούν.
Όταν μαγειρεύει ο ίδιος φακή στην ύπαιθρο, ρίχνει δυο φορές στη χύτρα αλάτι και κάνει τη σούπα να μην τρώγεται.
Όταν βρέχει ο Δίας, αυτός λέει «μοσχοβολούν τα άστρα», ενώ οι άλλοι λένε «μοσχοβολά η γη».
Αν του πει κάποιος «Πόσοι και πόσοι νεκροί δεν πέρασαν τις Ιερές Πύλες για να ταφούν!», εκείνος του απαντά:
«Μακάρι να είχαμε κι εγώ κι εσύ τόσους».
ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΑΣ
Ἔστι δὲ ἡ ἀναισθησία, ὡς ὅρῳ εἰπεῖν, βραδυτὴς ψυχῆς ἐν λόγοις καὶ πράξεσιν, ὁ δὲ ἀναίσθητος τοιοῦτός τις, οἷος λογισάμενος ταῖς ψήφοις καὶ κεφάλαιον ποιήσας ἐρωτᾶν τὸν παρακαθήμενον «Τί γίνεται;» καὶ δίκην φεύγων καὶ ταύτην εἰσιέναι μέλλων ἐπιλαθόμενος εἰς ἀγρὸν πορεύεσθαι. καὶ θεωρῶν ἐν τῷ θεάτρῳ μόνος καταλείπεσθαι καθεύδων καὶ πολλὰ φαγὼν τῆς νυκτὸς [καὶ] ἐπὶ θᾶκον ἀνιστάμενος ὑπὸ τῆς τοῦ γείτονος κυνὸς δηχθῆναι. καὶ λαβών ‹τι› καὶ ἀποθεὶς αὐτός, τοῦτο ζητεῖν καὶ μὴ δύνασθαι εὑρεῖν. καὶ ἀπαγγέλλοντος αὐτῷ ὅτι τετελεύτηκέ τις αὐτοῦ τῶν φίλων, ἵνα παραγένηται, σκυθρωπάσας καὶ δακρύσας εἰπεῖν «Ἀγαθῇ τύχῃ».
δεινὸς δὲ καὶ ἀπολαμβάνων ἀργύριον ὀφειλόμενον μάρτυρας παραλαβεῖν. καὶ χειμῶνος ὄντος μάχεσθαι τῷ παιδί, ὅτι σικύους οὐκ ἠγόρασεν. καὶ τὰ παιδία ἑαυτῷ παλαίειν ἀναγκάζων καὶ τροχάζειν εἰς κόπον ἐμβαλεῖν. καὶ ἐν ἀγρῷ αὐτὸς φακῆν ἕψων δὶς ἅλας εἰς τὴν χύτραν ἐμβαλὼν ἄβρωτον ποιῆσαι καὶ ὕοντος τοῦ Διὸς εἰπεῖν «Ἡδύ γε τῶν ἄστρων ὄζει», ὅτε δὴ καὶ οἱ ἄλλοι λέγουσι «τῆς γῆς» καὶ λέγοντός τινος «Πόσους οἴει κατὰ τὰς Ἱερὰς πύλας ἐξενηνέχθαι νεκρούς;» πρὸς τοῦτον εἰπεῖν «Ὅσοι ἐμοὶ καὶ σοὶ γένοιντο».
ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ- ΜΤΦΡ.ΣΤΑΥΡΟΣ ΓΚΙΡΓΚΕΝΗΣ- ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΗΤΡΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου