Επτά ημέρες έμειναν οι ψυχές στο λιβάδι και την όγδοη πορεύτηκαν σε ένα τόπο, όπου έβλεπαν ένα φως σαν ουράνιο τόξο, αλλά πολύ λαμπρότερο και καθαρότερο.
Εκεί, μετά από μιας ημέρας δρόμο, είδαν να’ ναι τεντωμένες από τον ουρανό οι άκρες των δεσμών που το συγκρατούσαν. Αυτό το φως ήταν ο σύνδεσμος του ουρανού που συγκρατούσε την ουράνια περιφορά.Από τις άκρες των δεσμών του ήταν σφιχτά στερεωμένο το αδράχτι της Ανάγκης το οποίο προκαλεί όλες τις κινήσεις. Το αδράχτι είχε στέλεχος και αγκίστρι από σκληρό μέταλλο και σφόνδυλο που ήταν κοίλος και περιείχε άλλους επτά σφονδύλους. Στους κύκλους που σχημάτιζαν τα επάνω χείλη των σφονδύλων ήταν καθισμένες και περιστρέφονταν Σειρήνες, μια πάνω σε κάθε κύκλο.
Κάθε Σειρήνα έβγαζε από μέσα της έναν ήχο και όλες μαζί σχημάτιζαν ένα αρμονικό ταίριασμα από νότες.
Την κυκλική κίνηση των σφονδύλων, πάνω στα γόνατα της Ανάγκης, παρακολουθούσαν καθισμένες πάνω σε θρόνους οι τρεις Μοίρες, η Λάχεσις, η Κλωθώ και η Άτροπος και τραγουδούσαν η καθεμιά πάνω στη μελωδία των Σειρήνων.
Η Λάχεσις τα περασμένα, η Κλωθώ τα τωρινά και η Άτροπος τα μελλούμενα.
Φθάνοντας εκεί οι ψυχές, ήταν αναγκασμένες να διαλέξουν το είδος της ζωής που ήθελαν να ζήσουν κατά την επόμενη ενσάρκωσή τους.
Ένας προφήτης έπειτα πήρε από τα γόνατα της Λάχεσις πολλά παραδείγματα ζωής, τα τοποθέτησε μπροστά στις ψυχές και ανεβαίνοντας σε ένα βήμα ψηλό, απήγγειλε ένα λόγο της Λάχεσις που καλούσε τις ψυχές να τραβήξουν τον κλήρο τους για τη σειρά που θα διαλέξουν.
Ο καθένας έπρεπε ανάλογα με τη σειρά που προσδιόριζε ο κλήρος του, να επιλέξει ένα ορισμένο είδος ζωής.
Οι αφιλοσόφητες ψυχές έσπευσαν να επιλέξουν βίους ένδοξους, χωρίς να υπολογίσουν πόση δυστυχία κρύβουν μέσα τους τα αξιώματα και τα μεγαλεία.
Όσες όμως ψυχές είχαν δοκιμαστεί σκληρά στην προηγούμενη ζωή τους, τώρα πρόσεχαν να μην απατηθούν από τη δολερή λάμψη.
Είδε την ψυχή του Οδυσσέα, που ’χε τον τελευταίο κλήρο, να διαλέγει την ήσυχη ζωή ενός άσημου ανθρώπου. Επίσης είδε πολλές ψυχές ανθρώπων να επιλέγουν ζωές ζώων και πολλών ζώων να επιλέγουν ζωές ανθρώπων.
Μετά την επιλογή της κάθε ψυχή πήγαινε μπροστά στη Λάχεσις και εκείνη έδινε στην καθεμιά ένα δαίμονα που θα τη συνόδευε στη ζωή που είχε διαλέξει. Ο δαίμονας πήγαινε πρώτα την ψυχή στην Κλωθώ για να επικυρώσει αυτή την επιλογή της μοίρας της κάθε ψυχής και μετά την πήγαινε στην Άτροπο, η οποία έκανε αμετάστροφη την επικύρωση της Κλωθώς.
Έπειτα όλες οι ψυχές, χωρίς να κοιτάζουν πίσω, προχωρούσαν προς την πεδιάδα της λήθης όπου κατασκήνωναν εκεί και έπιναν από το νερό του Αμέλητα ποταμού και σιγά σιγά ο καθένας ξεχνούσε τα πάντα.
Τα μεσάνυχτα, μετά από δυνατή βροντή και σεισμό οι ψυχές άρχιζαν να αναπηδούν προς τα πάνω για να ξαναγεννηθούν μέσα στα νέα τους σώματα.
Τον Ηρό μόνο δεν τον άφησαν να πιει νερό από τον Αμέλητα ποταμό. Το πώς ξαναγύρισε στο σώμα του δεν το ήξερε. Ξαφνικά ανοίγοντας τα μάτια του, απλώς είδε πως ήταν πρωί και βρισκόταν πάνω στην πυρά.
Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΗΡΟΣ, ΠΛΑΤΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου