Για 2.000 χρόνια ήταν το υψηλότερο κτήριο της Αθήνας, έφθανε τα 45-56 μέτρα, ωσότου χτίστηκε το «Χίλτον» που το ξεπέρασε. Για την κατασκευή του απαλλοτριώθηκαν τέσσερα οικοδομικά τετράγωνα και για την ξύλινη στέγη του χρειάστηκαν πάνω από 3.000 μεγάλα δέντρα...
Ο λόγος, βέβαια, για το Ηρώδειο που ήταν στεγασμένο, σύμφωνα με τον καθηγητή Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής Μανόλη Κορρέ. Είχε τη μεγαλύτερη στέγη αρχαίου θεάτρου, η οποία φαίνεται πως κατέρρευσε από πυρκαγιά γιατί στη νεότερη εποχή, το 1858, βρέθηκε από τον Κυριάκο Πιττάκη, κατά τις ανασκαφές για την αποκάλυψη του μνημείου, ένα παχύ στρώμα στάχτης, όπως επίσης σπασμένα κεραμίδια, ξύλα καμένα και σιδερένια καρφιά μεγάλων διαστάσεων.
Η πυρκαγιά συνδέεται με την καταστροφική μανία των Ερούλων το 267 μ.Χ. από την οποία δεν γλίτωσε το Ηρώδειο, όπως επισημαίνει ο Μ. Κορρές στη μελέτη του με τίτλο «Η στέγη του Ηρωδείου και άλλες γιγάντιες γεφυρώσεις», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μέλισσα».
Ο κ. Κορρές εστιάζει στη στέγη του Ηρωδείου, γιατί η ύπαρξή της αγνοούνταν. Ο έμπειρος μελετητής των μνημείων της Ακρόπολης υποστηρίζει ότι η στέγη του Ηρωδείου «αποτέλεσε παγκόσμιο ρεκόρ μέγιστου ανοίγματος έως και το 19ο αιώνα!». Εχει άνοιγμα 50 μέτρων. «Δύναται μετά πάσης βεβαιότητος να λεχθεί ότι το Ηρώδειο υπήρξε το υψηλότερο κτήριο της χώρας ώς την εποχή της κατασκευής του ξενοδοχείου "Χίλτον", ενώ τη δεύτερη θέση ώς τα μέσα του 20ού αιώνα κατείχαν δύο επίσης ρωμαϊκά κτήρια: το λεγόμενον Οκτάγωνον κι η λεγόμενη Ροτόντα της Θεσσαλονίκης». Συσχετίζει το κατασκευαστικό αυτό θαύμα με την τεχνογνωσία που είχε αποκτηθεί στα ρωμαϊκά χρόνια με τις γέφυρες. Για παράδειγμα αναφέρει τη γέφυρα του Τραϊανού (105 μ.Χ.), έργο του διάσημου Απολλόδωρου από τη Δαμασκό.
Το Ηρώδειο έχει το μέγεθος αρχαίου θεάτρου, χωρούσε 6.000 άτομα (σήμερα 5.000 γιατί δεν έχουν αναστηλωθεί οι τελευταίες σειρές). Τα αρχαία ωδεία ήταν πολύ μικρότερα και στεγασμένα. Είχαν τη χαρακτηριστική ημικυκλική μορφή και πολύ υψηλούς τοίχους για τη δημιουργία περιμετρικής ζώνης μεγάλων φωτιστικών ανοιγμάτων. Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού θεωρείται ακραία περίπτωση, λόγω του μεγέθους του που μοιάζει με τα μεγάλα θέατρα της αρχαιότητας. Χτίστηκε ανάμεσα στο 160-169 μ.Χ. σε έκταση τεσσάρων οικοδομικών τετραγώνων.
«Κρατάμε όμως ότι ο πρώτος που ήταν βέβαιος ότι το κτίριο είχε στέγη, αν και δεν ήταν σε θέση να την αναπαραστήσει, ήταν ο Σέρτζιο Ιβάνοφ, ένας από τους τρεις αρχιτέκτονες που μελέτησαν το Ηρώδειο το 1858, όταν δηλαδή ολοκληρώθηκαν οι ανασκαφές στο μνημείο. Έκτοτε υπήρξε πόλωση. Οι περισσότεροι πίστευαν ότι δεν είχε στέγη για τον απλούστατο λόγο ότι κάτι τέτοιο ήταν αδύνατον. Όποιον και να ρωτούσατε θα σας έλεγαν ότι ο χώρος ήταν τεραστίων διαστάσεων για να γεφυρωθεί αυτή η έκταση χωρίς ενδιάμεσα στηρίγματα, ενώ ακόμα κι αυτοί που κατάφεραν να κρατήσουν ζωντανό επιστημονικά το θέμα, έμεναν πάντα με το πρόβλημα ότι κάτι τέτοιο ήταν οριακά δυνατόν» επισημαίνει ο κ. Κορρές.
Πώς κατάφεραν όμως οι τεχνίτες εκείνης της εποχής να κατασκευάσουν μια ενιαία στέγη, χωρίς ενδιάμεσους στύλους, με άνοιγμα τόσο μεγάλο, κάτι που σήμερα θεωρείται μάλλον ανέφικτο; Οι παρατηρήσεις του κ. Κορρέ σε λεπτομέρειες επί του σωζόμενου μνημείου αποδεικνύουν πως ήταν εφικτό. Βέβαια, η κατασκευή της στέγης, που ήταν κωνική, θα πρέπει να διήρκεσε περί τα τρία χρόνια, ενώ ολόκληρο το κτήριο οικοδομήθηκε σε 8 με 9 χρόνια. Η προμήθεια της ξυλείας για τη στέγη (έμβαδού 3 στρεμμάτων) θα πρέπει να υπήρξε μια ξεχωριστή και πολυδάπανη εργολαβία, καθώς χρειάστηκαν 3.000 δέντρα (κέδροι, κυπαρίσσια), βάρους 750-800 τόνων. Αν προστεθεί και το βάρος των κεραμιδιών, που υπολογίζεται σε 180 τόνους, πρόκειται για μια γιγάντια στέγη βάρους 1.000 τόνων.
Η τεχνολογία για την κατασκευή αυτού του έργου ήταν ασύλληπτη για τα δεδομένα της εποχής, οπότε πιθανότατα επιστρατεύτηκαν μέθοδοι που χρησιμοποιούνταν για τις γέφυρες, σύμφωνα με το μελετητή. Η στέγη κατασκευάστηκε δύο φορές. Μία στο έδαφος, στο χώρο της Στοάς Ευμένους, που είχε μετατραπεί σε εργοτάξιο και όπου γίνονταν τα τεστ αντοχής της κατασκευής, και άλλη μία φορά πάνω σε ειδικά ικριώματα σε ύψος 30 μ. από το έδαφος, για την τελική τοποθέτησή της. Εσωτερικά, το Ηρώδειο διέθετε απίστευτο πλούτο. «Η ορχήστρα του ήταν στρωμένη με λευκές και μαύρες πλάκες μαρμάρου. Οι τοίχοι κοσμούνταν με πολύχρωμα μάρμαρα. Τα εδώλια ήταν φτιαγμένα από συμπαγές μάρμαρο». Χορηγός του, ο πάμπλουτος Ηρώδης ο Αττικός, ο οποίος το αφιέρωσε στη μνήμη της πρόωρα χαμένης συζύγου του, Ρήγιλλας.
πηγή: Ελευθεροτυπία, Τα Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου